Ομιλία στη Βουλή κατά τη συνέχιση της συζήτησης του νομοσχεδίου: «Αναθεώρηση Διατάξεων του ν. 703/1977 περί Ανταγωνισμού και άλλες διατάξεις» αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.
Στη συζήτηση που είχαμε επί της αρχής, είχαμε την ευκαιρία να εκθέσουμε τις βαθύτατες αντιρρήσεις που υπάρχουν ως προς την πολιτική που έχει ασκήσει η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία έχει οδηγήσει κυριολεκτικά στην ασυδοσία της αγοράς και στην απαξίωση των θεσμών ελέγχου και εποπτείας.
Ο εισηγητής μας, ο Απόστολος Κατσιφάρας, αναφέρθηκε εκτενώς στα άρθρα. Εγώ θα ήθελα να σταθώ σε δύο άρθρα, που πιστεύω ότι πραγματικά είναι δύο άρθρα που δημιουργούν τεράστια προβλήματα και επιδεινώνουν την ήδη δύσκολη και δυσμενή κατάσταση που υπάρχει στη χώρα μας όσον αφορά τη λειτουργία της αγοράς. Δυστυχώς, η Νέα Δημοκρατία έρχεται άλλη μία φορά, μέσα από αυτό το νομοσχέδιο, να αναδείξει ότι νομοθετεί με τρόπο αποσπασματικό και πρόχειρο, δημιουργώντας περισσότερο σύγχυση στις λειτουργίες και τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Ανταγωνισμού και σοβαρές αντιφάσεις.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ξεκινήσω με το άρθρο 9, το οποίο, όπως έχει προταθεί από την πλευρά της Κυβέρνησης, δεν ενισχύει απλώς τις κανονιστικές αρμοδιότητες της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αλλά στην ουσία δίνει την αρμοδιότητα στην Επιτροπή Ανταγωνισμού να έρχεται και να αποκτά αυτή την κανονιστική αρμοδιότητα, χωρίς πλέον να έχει ο Υπουργός την τελική ευθύνη και επιλογή, προκειμένου να γίνεται δεκτή μία εισήγηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Και εδώ βέβαια θα πρέπει να πούμε ότι σωστά υπήρχε η πρόβλεψη να μπορεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού η οποία αποκτά εμπειρία μέσα από τις υποθέσεις που εξετάζει, μέσα από τον έλεγχο της αγοράς, να εισηγείται στον Υπουργό. Σίγουρα όμως είναι απαράδεκτο -και αλλοιώνει πραγματικά την αρμοδιότητα και τη φύση της λειτουργίας της επιτροπής και σίγουρα ξεφεύγει από την έννοια που υπάρχει αυτή τη στιγμή της νομοθετικής πρωτοβουλίας από την πλευρά της Κυβέρνησης- να έχει αυτή την αρμοδιότητα χωρίς την τελική έγκριση του Υπουργού η Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Και εδώ θέλω να πω και κάτι. Ακούστηκε σ’ αυτήν την Αίθουσα ως επιχείρημα –το είπε ο συνάδελφος κ. Βορίδης- ότι είναι υποκριτική η στάση της Αντιπολίτευσης, από τη μια να λένε περισσότερη ανεξαρτησία στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και από την άλλη να κατακρίνουμε αυτή τη διάταξη. Μα ακριβώς εμείς δεν λέμε περισσότερη ανεξαρτησία προκειμένου να έχει κανονιστικές αρμοδιότητες. Εμείς λέμε να έχει περισσότερη ανεξαρτησία εκεί που είναι η φύση και ο λόγος ύπαρξης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, όπου εκεί δυστυχώς μειώνεται η ανεξαρτησία της, δηλαδή όσον αφορά την ουσιαστική εποπτεία και τον έλεγχο και τη δικαιοδοσία για τα θέματα που αφορούν την παραβίαση του ανταγωνισμού, τον αθέμιτο ανταγωνισμό, τα ολιγοπώλια, τα μονοπώλια και όλες αυτές τις αρμοδιότητες που δυστυχώς δεν εξασφαλίζεται ότι μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσα και από τη σημερινή Επιτροπή Ανταγωνισμού αλλά και μ’ αυτές τις αλλαγές.
Και έρχομαι στην ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση και αντίφαση και προχειρότητα και αποσπασματικότητα όπως αποτυπώνονται στο άρθρο 11. Το άρθρο 11 είναι και η καρδιά όλων αυτών των αλλαγών, των προβλημάτων και των ανησυχιών που εκφράζουν. Εδώ λοιπόν αλλάζει ουσιαστικά η δομή, η σύνθεση και η οργάνωση της Επιτροπής.
Εδώ θέλω να κάνω δύο παρατηρήσεις. Αλλάζει η σύνθεση και γίνεται ένα σχήμα το οποίο αφενός εξαιρεί τους εκπροσώπους των κοινωνικών και παραγωγικών φορέων και αφετέρου δίνει στον Υπουργό και το Υπουργικό Συμβούλιο τη δυνατότητα να ορίζουν πλήρους απασχόλησης τα πέντε μέλη τα οποία θα έχουν και τον κύριο ρόλο χωρίς να δίνουν αυτή την αρμοδιότητα, όπως εμείς προτείναμε και θα ήταν το λογικό, στη Βουλή.
Εδώ λοιπόν, πάλι έχουμε μία ρύθμιση η οποία με διπλό τρόπο μειώνει την ανεξαρτησία της Επιτροπής. Στο σημερινό σχήμα μπορεί κανείς να κάνει πολύ κριτική στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Γιατί όντως, και εκεί τέθηκε το ερώτημα «μα γιατί διαμαρτύρεστε αφού και σήμερα ο Υπουργός ορίζει τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού;». Η συμμετοχή όμως των εκπροσώπων των φορέων δημιουργούσε μία εξισορρόπηση στη λειτουργία της Επιτροπής Ανταγωνισμού, γιατί ήταν εκτός της άμεσης δικαιοδοσίας της Κυβέρνησης, του Υπουργείου και του Υπουργού.
Άρα λοιπόν τι κάνετε; Αφενός καταργείτε τους εκπροσώπους των φορέων, αφετέρου όμως δεν κάνετε το ουσιαστικό βήμα, το να υπάρχει ο ορισμός, η έγκριση και άρα και η ευθύνη στη Βουλή, όπως γίνεται με τις ανεξάρτητες αρχές. Αν ερχόσασταν και μας λέγατε να βγάλουμε τους εκπροσώπους των φορέων, ώστε πραγματικά να ενισχύσουμε τη λειτουργία, την αποτελεσματικότητα, όλα αυτά που λέτε στην αιτιολογική έκθεση και να είχε η Βουλή το λόγο όπως έχει για τις άλλες ανεξάρτητες αρχές του ορισμού των μελών της Επιτροπής, ενδεχομένως μπορεί να μην υπήρχε απόλυτη συμφωνία, αλλά θα το συζητούσαμε γιατί θα υπήρχε μια λογική βάση. Εσείς όμως με διπλό τρόπο, κύριε Υφυπουργέ, επιλέγετε αυτή τη στιγμή να χειραγωγήσετε ακόμα περισσότερο την Επιτροπή Ανταγωνισμού και να είναι πραγματικά με μειωμένη ανεξαρτησία όσον αφορά το ρόλο της.
Επίσης έγινε πολύ μεγάλη συζήτηση όσον αφορά το άλλο σημείο του άρθρου 11, δηλαδή ότι ορίζεται κάποιο μέλος ως εισηγητής και ταυτόχρονα συμμετέχει στην έκδοση της απόφασης.
Εδώ υπάρχει σύγχυση. Υπάρχει σύγχυση, την οποία πραγματικά οφείλετε να την παραδεχτείτε. Από τη μια έχετε τον Εισηγητή ο οποίος εισηγείται όσον αφορά τις ποινές, έχοντας κάνει όλη την έρευνα και μαζί έχοντας την ευθύνη για την εποπτεία για τις αρμόδιες διοικητικές δομές της Επιτροπής του Ανταγωνισμού κατά την έρευνα αυτή και από την άλλη έχουμε πραγματικά την ανακολουθία και τη σύγκρουση όσον αφορά τη λειτουργία των αρμοδιοτήτων να συμμετέχει ο συγκεκριμένος εισηγητής στη λήψη της απόφασης. Και εδώ πάλι θα διαφωνήσω και θα πω ότι δεν μπορεί να γίνει σύγκριση με το Συμβούλιο Επικρατείας. Το Συμβούλιο Επικρατείας είναι ένα Δικαστικό Σώμα, έχει άλλες ασφαλιστικές δικλείδες όσον αφορά τη λειτουργία του. Εδώ θα έπρεπε να υπάρχει ένας άλλος τρόπος λειτουργίας, ώστε να μην υπάρχει αυτή η σύγχυση ανάμεσα στον Εισηγητή και στην απόφαση.
Το πιο βασικό, όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι το τι έχει ως έλλειμμα το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, δηλαδή ότι δεν υπάρχει ουσιαστική δυνατότητα εποπτείας και ελέγχου εκεί που πραγματικά υπάρχουν οι πηγές της στρέβλωσης του ανταγωνισμού, δεν υπάρχει πραγματικά η δυνατότητα να υπάρξει επιτάχυνση των διαδικασιών και κυρίως αυτό που εμείς έχουμε προτείνει που θα ήταν μία τομή και θα ήταν κάτι που θα μπορούσατε να το εισηγηθείτε, αν είχατε την πολιτική βούληση, να υπάρχει η θεσμοθέτηση ενός ειδικού Εφετείου όσον αφορά τις εκδικάσεις σε δεύτερο βαθμό, τις προσφυγές των υποθέσεων, ώστε πραγματικά να υπάρχει επιτάχυνση και βέβαια το πιο κρίσιμο και σοβαρό –και κλείνω μ' αυτό- ότι στην πραγματικότητα άλλη μία φορά μέσα από πολύ ωραία λόγια στην ουσία αφήνετε τους μεγάλους παίκτες της αγοράς, όπως είναι οι Τράπεζες, και μία σειρά άλλους παίκτες της αγοράς ανεξέλεγκτους. Δεν υπάρχει καμία μέριμνα, ούτως ώστε να υπάρχει η κάλυψη των κενών ή των αλληλοεπικαλύψεων ανάμεσα στις διάφορες Ρυθμιστικές Αρχές και στη λειτουργία της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Μέσα απ’ όλη αυτήν τη σύγχυση και τον κατακερματισμό ένα είναι το αποτέλεσμα, ότι δεν υπάρχει στα αλήθεια η προστασία όσον αφορά την ορθή λειτουργία του ανταγωνισμού, αλλά ίσα-ίσα όλες οι παθογένειες και συνεχώς μεγεθύνονται και το κόστος βέβαια το πληρώνει ο πολίτης, ο καταναλωτής, το πληρώνει η μικρομεσαία επιχείρηση. Γι’ αυτό το λόγο βέβαια εμείς θα καταψηφίσουμε τα συγκεκριμένα άρθρα και εκδηλώνουμε την πλήρη αντίθεσή μας. Ευχαριστώ πολύ.




