Ομιλία στη Βουλή κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου: «Αναθεώρηση Διατάξεων του ν. 703/1977 περί Ανταγωνισμού».
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, διανύουμε μια περίοδο βαθιάς και πολύπλευρης πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, μία περίοδο που πλέον με δραματικό τρόπο αποτυπώνεται στην καθημερινή λειτουργία της αγοράς, της οικονομίας, αλλά πάνω απ’ όλα στο οικογενειακό εισόδημα, οι συνέπειες των επιλογών και των πολιτικών της Νέας Δημοκρατίας όλα αυτά τα πέντε χρόνια, καθώς η εγχώρια κρίση προϋπήρχε της διεθνούς και τώρα που πλέον έχουμε το συνδυασμό και των δύο, οι συνέπειες είναι ακόμη πιο σοβαρές.
Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς, η Κυβέρνηση σήμερα, ερχόμενη να συζητήσει τη λειτουργία της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τα θέματα ανταγωνισμού και τις συνολικές πολιτικές γύρω από την τόνωση και την εξασφάλιση του ανταγωνισμού, να έχει μία αυτοδιάθεση αυτοκριτικής για όσα έχουν συντελεστεί σ' αυτόν τον τόπο, να έχει την επιθυμία να κάνει έστω και κάποιες οριακές διορθωτικές κινήσεις, προκειμένου να υπάρχει μία καλύτερη εξασφάλιση στη λειτουργία της αγοράς, στον έλεγχο των τιμών, της κερδοσκοπίας και πάνω απ’ όλα, στην ανεξαρτησία της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Δυστυχώς, για άλλη μία φορά αποδεικνύεται ότι η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι δέσμια των επιλογών, των αδυναμιών και των σκοπιμοτήτων της.
Το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα δεν κάνει τίποτε άλλο, παρά να αποτυπώνει ανάγλυφα όλα τα χαρακτηριστικά των πολιτικών που μας έχουν βυθίσει και μας έχουν φέρει στο σημερινό αδιέξοδο.
Πολύ συγκεκριμένα, τα χαρακτηριστικά αυτά αφορούν πρώτα απ’ όλα την απουσία δυνατότητας και βούλησης ελέγχου ρύθμισης και εποπτείας των αγορών. Δεύτερον, τη συνεχή απαξίωση των θεσμών, των εποπτικών αρχών και τη συνεχή διάθεση, μέσα στην αδυναμία και την αγωνία μιας κυβέρνησης που αποχωρεί και συνεχώς εκφυλίζεται, να χειραγωγήσει όλο και περισσότερο αυτές τις αρχές. Με χαρακτηριστικά αδιαφάνειας στη λειτουργία των θεσμών και με σκοπό την εξυπηρέτηση πελατειακών σκοπιμοτήτων, με πιο σοβαρό χαρακτηριστικό, που το βλέπουμε σε όλες τις επιλογές της Νέας Δημοκρατίας, συνεχώς τα βάρη να πέφτουν στους λίγους και να υπάρχουν οι ισχυροί οικονομικά παράγοντες της αγοράς και της οικονομίας, οι οποίοι πάντοτε έχουν τα οφέλη από κάθε μέτρο που λαμβάνεται, έχοντας εξασφαλίσει φυσικά τη λιγότερη δυνατή εποπτεία.
Άρα, λοιπόν, με βάση αυτά τα χαρακτηριστικά που αποτυπώνονται σ' αυτό το νομοσχέδιο, τι βλέπουμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι; Βλέπουμε να αλλάζει η σύνθεση και ο ορισμός των μελών της Επιτροπής, να αποχωρεί η εκπροσώπηση των κοινωνικών επαγγελματικών φορέων και πλέον να ελέγχεται από έναν η σύνθεση και ο ορισμός της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Άρα, δηλαδή μιλάμε ότι αντί να γίνεται μία κίνηση έστω και δειλή προς τα μπροστά, έχουμε την πλήρη χειραγώγηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Δεν γίνεται καμία προσπάθεια απ’ αυτό το νομοσχέδιο να υπάρξει η αναβάθμιση της λειτουργία της Επιτροπής, να υπάρξει η δυνατότητα επιτάχυνσης όλων αυτών των υποθέσεων, που βλέπουμε να συσσωρεύονται, πράγμα που και ο Εισηγητής μας ο κ. Απόστολος Κατσιφάρας προηγούμενα ανέπτυξε. Καμία τέτοια διάθεση. Καμία διάθεση να υπάρξει πρόληψη και έλεγχος ως προς τις συγκεντρώσεις, καμία διάθεση να υπάρξει αποκεντρωμένη λειτουργία που να αφορά όλη την αγορά σε όλη την Επικράτεια με τις ιδιαιτερότητες του κάθε κλάδου.
Το μόνο που μας είπε ο κύριος Υπουργός είναι ότι γίνεται πιο αυστηρή προσέγγιση σε σχέση με τις ποινές. Και τελικά το ερώτημα που τίθεται: Είναι αυτό τελικά το άλλοθι και το πρόσχημα για κάθε μέτρο που ακούμε εδώ από τον ποινικό κώδικα μέχρι τον έλεγχο της αγοράς; Είναι μόνο αυτό το πρόσχημα ότι η Κυβέρνηση θέλει να ελέγξει τις αγορές με το να κάνει πιο αυστηρές τις ποινές;
Επιτρέψτε μου, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να αμφιβάλλω γι’ αυτό. Πρώτα απ’ όλα γιατί δείχνει αδυναμία. Επίσης γιατί τελικά είναι λίγο στάχτη στα μάτια αυτές οι ρυθμίσεις, καθώς ξέρουμε ότι είναι αυστηρές οι ποινές, αλλά επιβάλλονται επιλεκτικά. Αναφέρθηκε προηγούμενα και από τον εισηγητή μας και από τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΠΑΣΟΚ τον Χρήστο Παπουτσή, ότι για το καρτέλ των τραπεζών δεν ακούμε τίποτα, γιατί εκεί είναι οι ισχυροί, είναι οι μεγάλοι. Επίσης ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι όταν έχουμε αυστηρές ποινές μέσα σε ένα συνολικό πλέγμα ασυδοσίας, που μπαίνουν για παραδειγματισμό και έτσι για πρόφαση, αυτά μετακυλίονται στη συνέχεια στην ίδια την αγορά, σε μεγαλύτερη ακρίβεια. Δεν έχουν να κάνουν με διαπαιδαγώγηση ή με καλύτερη λειτουργία. Πέραν αυτού, υπάρχουν και οι δυσκολίες στην επιβολή, όταν αυτές είναι ιδιαίτερα αυστηρές.
Άρα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η συζήτηση επί της αρχής αποδεικνύει άλλη μια φορά ότι αυτή η Κυβέρνηση δεν έχει ούτε τη δυνατότητα, αλλά πάνω απ’ όλα δεν έχει τη βούληση να έρθει και να δημιουργήσει όρους ρύθμισης εποπτείας στην αγορά. Και τέλος πάνω από όλα να μπορέσει να εγγυηθεί τη λειτουργία της αγοράς προς όφελος της πραγματικής οικονομίας, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της οικογένειας, του νοικοκυριού, το εισοδήματος του εργαζόμενου και του επαγγελματία.
Εμείς τι λέμε; Λέμε ότι εν μέσω αυτής της βαθιάς κρίσης θα έπρεπε να κινηθεί σε έναν τελείως διαφορετικό δρόμο. Θα έπρεπε να έχει αποτελεσματικούς θεσμούς εποπτείας, θα έπρεπε να στηρίξει με ρευστότητα την πραγματική οικονομία και τους μικρομεσαίους και όχι να τους ρίχνει όλα τα βάρη ή να προσπαθεί μέσα από την ελαστικοποίηση της εργασίας να τους δώσει διέξοδο, θα έπρεπε να στηρίξει τα εισοδήματα για να στηρίξει τη ζήτηση, να στηρίξει τελικά τη λειτουργία της αγοράς.
Είναι, όμως, σαφές ότι το πιο σοβαρό ως διαπίστωση που βγαίνει και από αυτό το νομοσχέδιο είναι η έλλειψη πολιτικής βούλησης, η οποία αποδεικνύεται για άλλη μία φορά, καθώς χειραγωγεί το θεσμό της Επιτροπής Ανταγωνισμού, όταν σε όλη την Ευρώπη είναι από τις πιο σοβαρές εκφράσεις των εποπτικών αρχών οι επιτροπές ανταγωνισμού. Και εδώ θέλω να εκφράσω και τη λύπη που το εισηγήθηκε ένας Υπουργός που έχει ευρωπαϊκή εμπειρία, όπως ο κ. Χατζηδάκης. Πολύ περισσότερο οι μεγάλοι παίκτες είναι ασύδοτοι, είτε αυτοί είναι οι μεγάλοι κερδοσκόποι όσον αφορά τις εταιρείες καυσίμων είτε αυτό αφορά τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και τις τράπεζες.
Για όλους αυτούς τους λόγους καταψηφίζουμε το νομοσχέδιο. Ευχαριστώ πολύ.




