Ομιλία, ως εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ, κατά την συζήτηση των προτάσεων που υπέβαλε σύσσωμη η αντιπολίτευση (ΠΑ.ΣΟ.Κ, Κ.Κ.Ε, ΣΥ.ΡΙΖ.Α, ΛΑ.Ο.Σ), για την διεξαγωγή δημοψηφίσματος, για την Κύρωσης της Συνθήκης της Λισσαβώνας
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συζητάμε σήμερα την πρόταση που υπέβαλε ο Πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και η Κοινοβουλευτική μας ομάδα, μαζί με τους Βουλευτές όλων των κομμάτων της Αντιπολίτευσης, για να υπάρξει δημοψήφισμα, όσον αφορά την ευρωπαϊκή μεταρρυθμιστική συνθήκη. Η συζήτηση αυτή, είναι ιδιαίτερα σοβαρή και κρίσιμη, ενώ διεξάγεται υπό τη σκιά του αρνητικού αποτελέσματος του δημοψηφίσματος στην Ιρλανδία, μόλις πριν από λίγες μέρες. Χωρίς αμφιβολία, το αποτέλεσμα αυτό έρχεται να ενισχύσει την κρίση που διέρχεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ταυτόχρονα έρχεται να αναδείξει το μεγάλο πολιτικό έλλειμμα, το μεγάλο έλλειμμα συμμετοχής των πολιτών στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Γιατί όταν το 2005 οι ευρωπαίοι πολίτες έστειλαν ισχυρό μήνυμα από τα δύο αρνητικά δημοψηφίσματα στη Γαλλία και στην Ολλανδία, αλλά και μέσα από έναν συνολικά αυξανόμενο ευρωσκεπτικισμό και στις άλλες χώρες που επικύρωσαν, ή που δεν πήγαν σε δημοψήφισμα, δυστυχώς τότε οι πολιτικές ηγεσίας της Ευρώπης, αντί να πάρουν το μήνυμα και να στραφούν στους λαούς, να στραφούν στους πολίτες, να επιδιώξουν μια ευρύτερη συμμετοχή, επέλεξαν μια διαδικασία εν κρυπτώ, μια διαδικασία κλειστών θυρών, μια διαδικασία διεκπεραιωτική. Χωρίς να αναδείξουν τα διακυβεύματα, χωρίς να γίνει η αναγκαία αυτοκριτική γύρω από τα βασικά αίτια τα οποία έχουν οδηγήσει σε κρίση εμπιστοσύνης απέναντι στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Έτσι αντί να αναπτυχθεί ένα πολιτικό κίνημα για το «ναι», για το ποια Ευρώπη θέλουμε, ποια Ευρώπη ζητούν οι λαοί, ποια Ευρώπη έχουν σήμερα ανάγκη οι πολίτες, είδαμε μία διαδικασία άνευρη και καθαρά διεκπεραιωτή. Και δυστυχώς, και η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, στο ίδιο μήκος κύματος επέλεξε να κινηθεί, όχι απλώς να περιορίσει τη συζήτηση στους τέσσερις τοίχους του Κοινοβουλίου, αλλά κυριολεκτικά να την κάνει γρήγορα και χωρίς καμία ενημέρωση, χωρίς καμία ευρύτερη εμπλοκή της ελληνικής κοινωνίας και των πολιτών.
Φυσικά μπαίνει το ερώτημα, τι θα γίνει από εδώ και πέρα, μετά από το «όχι» στην Ιρλανδία.
Ο κ. Μπαρόζο, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είπε ότι η Συνθήκη της Λισσαβώνας δεν πέθανε. Αλλά η Συνθήκη, κακά τα ψέματα, είναι βαθιά τραυματισμένη. Αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι κλείνει ο κύκλος της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης. Έχουμε δει και στο παρελθόν και σε άλλες περιπτώσεις αρνητικών δημοψηφισμάτων και στην Ιρλανδία και στην Δανία σε άλλες διαδικασίες επικύρωσης Συνθηκών, να προχωρά ο κύκλος των επικυρώσεων. Η επικύρωση της Ευρωπαϊκής Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης είναι μία αυτόνομη δημοκρατική θεσμική διαδικασία, για κάθε κράτος-μέλος, και ήδη 18 κράτη-μέλη έχουν επικυρώσει στο σύνολο των 27. Έχουμε δει στο παρελθόν κράτη-μέλη να επανέρχονται μετά από αρνητικό αποτέλεσμα και να πραγματοποιούν ξανά ένα δημοψήφισμα στη χώρα τους.
Όμως τα βασικό ζήτημα που σήμερα τίθεται, είναι ότι μέσα και από αυτό το «όχι» στην Ιρλανδία, μέσα από τη συνολική αυτή κρίση αναδεικνύεται η πολιτική ανεπάρκεια, αναδεικνύεται η μεγάλη κρίση στρατηγικού προσανατολισμού και εμπιστοσύνης, για την οποία συζητήσαμε και την προηγούμενη εβδομάδα κατά τη συζήτηση της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης.
Είναι αλήθεια ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει απολέσει τη δεδομένη εμπιστοσύνη που είχαν οι πολίτες, ότι δηλαδή η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση από μόνη της ήταν μία διαδικασία που έφερνε την πρόοδο και την ευημερία. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί οι πολίτες της Ένωσης - και οι δικοί μας οι πολίτες, και ο ελληνικός λαός, - αισθάνονται ότι υπάρχει μία βαθιά ανακολουθία. Ανακολουθία ανάμεσα στις πραγματικές ανάγκες της Ευρωπαϊκής Κοινωνίας και στους στόχους που τίθενται από τα Ευρωπαϊκά Όργανα. Ανακολουθία στις διακηρύξεις που απλόχερα υιοθετούνται στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια, ακόμα και στα θεσμικά κείμενα των Συνθηκών και στις πολιτικές που τελικά υλοποιούνται. Οι πολίτες νιώθουν ότι υπάρχει μεγάλη ανισορροπία ανάμεσα στο πως προχωρά η εσωτερική αγορά, καθώς έχει ταυτιστεί στη συνείδηση του μεγαλύτερου μέρους των λαών της Ευρώπης ως μία διαδικασία απορρύθμισης, και τυφλού αυτοματισμού χωρίς την αντίστοιχη αναγκαία εποπτεία. Ταυτόχρονα οι πολίτες της Ένωσης αντιλαμβάνονται την μεγάλη ανισορροπία όσον αφορά το κοινωνικό σκέλος, την ώρα που το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Κράτος περνάει μία κρίση και δεν έχει μπορέσει με αξιοπιστία ακόμα η Ευρωπαϊκή Ένωση να απαντήσει σε αυτό. Την ώρα που βλέπουν την Ευρωπαϊκή Ένωση να αδυνατεί να αρθρώσει το δικό της λόγο για την ειρήνη, τη σταθερότητα, την πρόοδο και τη συνεργασία σε διεθνές επίπεδο, σε έναν ανισόρροπο μονοπολικό κόσμο.
Το μήνυμα το 2005 ήταν ισχυρό. Και είπαμε όταν εκφραστήκαμε για τη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, γι’ αυτήν τη μεταβατική στ’ αλήθεια Συνθήκη, είπαμε ότι σίγουρα έχουν υπάρξει κάποια θετικά βήματα προς τα εμπρός σε σχέση με το ισχύον καθεστώς της Νίκαιας. Γι’ αυτό στο Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα καταστήσαμε σαφές ότι με κριτική ματιά και διάθεση στηρίζουμε την Ευρωπαϊκή Μεταρρυθμιστική Συνθήκη. Τη στηρίζουμε ως μία αφετηρία, ως ένα πεδίο για την ουσιαστική πολιτικοποίηση των διαδικασιών, για να υπάρξει επιτέλους ένα σχέδιο, μία στρατηγική στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτό όμως για να γίνει πράξη, δεν μπορεί να γίνει ερήμην των λαών, δεν μπορεί να γίνει ερήμην των πολιτών. Όταν το 2005 αυτή η κρίση έφθασε στην κορύφωσή της, υπήρχαν δύο δρόμοι, και ο δρόμος που έπρεπε η Ευρωπαϊκή Ένωση να ακολουθήσει, που έπρεπε οι πολιτικές ηγεσίες να ακολουθήσουν, ήταν να μπορέσουν να κάνουν εκείνες τις πολιτικές τομές που τόσο απαιτούν σήμερα οι κοινωνίες της Ευρώπης.
Αντ’ αυτού τι είδαμε, κύριε Υπουργέ; Είδαμε την παραμονή του δημοψηφίσματος της Ιρλανδίας και τη μέρα που συζητούσαμε εδώ, στο ελληνικό Κοινοβούλιο, τη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, το Συμβούλιο Υπουργών Εργασίας με πολύ μεγάλη ευκολία να καταργεί το σαρανταοκτάωρο, να προχωρά στο εξηνταπεντάωρο. Είδαμε την υποκρισία της ελληνικής Κυβέρνησης που με την αποχή της στην ουσία επέτρεψε να προχωρήσει το Συμβούλιο σε μία τέτοια απόφαση. Και είδαμε αντί να στρέφεται στην «πηγή», στους πολίτες, να επιλέγει αυτήν τη διεκπεραιωτική πραγματικά διαδικασία όσον αφορά την κύρωση της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης. Αυτή είναι μία φοβική αντίληψη για την Ευρώπη. Αυτή είναι μία αντίληψη που απλώς τροφοδοτεί το φαύλο κύκλο της εσωστρέφειας και της κρίσης.
Θέλουμε να είμαστε σαφείς: Δεν γίνεται να ξεπεράσουμε την κρίση που βιώνει σήμερα η Ευρώπη όσο η Ευρώπη παραμένει μία υπόθεση των εγχώριων και των ευρωπαϊκών ελίτ. Η Ευρώπη δεν μπορεί να είναι υπόθεση των τεχνοκρατών, των τραπεζιτών, των γραφειοκρατών. Πρέπει να γίνει επιτακτικά και πάλι υπόθεση των λαών της Ευρώπης και των πολιτών της.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ., ο Πρόεδρος και η Κοινοβουλευτική μας Ομάδα με αίσθημα ευθύνης απέναντι στο λαό μας, αλλά και απέναντι στην κρίσιμη ευρωπαϊκή συγκυρία προτείνουμε τη διενέργεια δημοψηφίσματος για την επικύρωση της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης βάσει του άρθρου 44 παράγραφος 2 εδάφιο β΄ του Συντάγματος και του άρθρου 116 του Κανονισμού της Βουλής.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προτείνουμε και ζητάμε δημοψήφισμα γιατί σύμφωνα με το Σύνταγμά μας προβλέπεται να προκηρύσσεται δημοψήφισμα για νομοσχέδιο το οποίο έχει ψηφιστεί από τη Βουλή και το οποίο ρυθμίζει σοβαρό κοινωνικό ζήτημα. Πόσο μεγάλο και σοβαρό κοινωνικό ζήτημα είναι η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, μία Συνθήκη η οποία έρχεται να επιδράσει στη βιώσιμη ανάπτυξη, στην απασχόληση, θέτοντας την κοινωνική ρήτρα, βάζοντας τα ζητήματα της συνοχής, της λειτουργίας των θεσμών, ζητήματα που αφορούν τον κάθε Έλληνα πολίτη και την ελληνική κοινωνία συνολικά! Γι’ αυτό ζητάμε λοιπόν δημοψήφισμα.
Ζητάμε δημοψήφισμα γιατί πιστεύουμε ότι πραγματικά είναι αναγκαία η ευρύτερη δυνατή ενημέρωση, συμμετοχή και νομιμοποίηση μέσα από τους πολίτες, μέσα από το λαό, μέσα από τη λαϊκή βούληση της πορείας της Ευρώπης. Δεν γίνεται να προχωρήσουμε άλλο με αυτήν τη συνωμοσία σιωπής γύρω από τα ευρωπαϊκά θέματα, γιατί τελικά αδικούμε τον ίδιο τον ευρωπαϊκό στόχο, αδικούμε την δυνατότητα μιας άλλης προοδευτικής πορείας της Ευρώπης.
Ζητάμε δημοψήφισμα γιατί θέλουμε και απαιτούμε να αναδειχθούν επιτέλους με υπευθυνότητα οι ευρωπαϊκές πολιτικές στρατηγικές όλων των πολιτικών δυνάμεων. Πρέπει με ευθύνη και ευθύτητα τα πολιτικά κόμματα, όταν λένε «ναι» ή όταν λένε «όχι» στη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, να απαντήσουν ποιες πολιτικές προωθούν, ποιους δρόμους και ποιους στόχους θέτουν για την Ευρώπη.
Γιατί, στην αντίθετη περίπτωση, επικρατεί ένας ιδεολογικός και πολιτικός χυλός που οδηγεί στην ισοπέδωση και δεν υπηρετεί την δυνατότητα μιας Ευρώπης που πραγματικά θα είναι στην υπηρεσία των λαών της.
Ζητάμε δημοψήφισμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γιατί είναι αναγκαίο να ενισχύσουμε την έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Υπάρχει η παραδοσιακή ανάγκη της έκφρασης της λαϊκής κυριαρχίας, μέσα από την κάλυψη του δημοκρατικού ελλείμματος με την ενίσχυση του Ευρωπαϊκού και των εθνικών κοινοβουλίων για τα ευρωπαϊκά θέματα. Δεν αρκεί όμως στις μέρες μας αυτό. Εμείς, ερχόμαστε και λέμε ότι στην σημερινή εποχή με τις σημερινές ανάγκες το δίπολο ανάμεσα στη διακυβερνητική διάσταση της Ευρώπης που διαπραγματεύεται και συμφωνεί στο Συμβούλιο και τη διάσταση της Κοινοτικής μεθόδου υπάρχει και ένας τρίτος πόλος που έρχεται, γεφυρώνει, και μπορεί πραγματικά να συμβάλλει στην υπέρβαση της κρίσης. Και, ο τρίτος πόλος είναι η γνήσια έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας μέσα από την έκφραση των πολιτών.
Ζητάμε δημοψήφισμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γιατί είμαστε πολιτικά συνεπείς. Γιατί ο Πρόεδρός μας, ο Γιώργος Παπανδρέου, ως Υπουργός Εξωτερικών ο οποίος τότε είχε συμμετάσχει στις διαδικασίες για την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη το είχε προτείνει στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων το 2003 εκ μέρους της Κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Γιατί το 2005 το αποφασίσαμε ομόφωνα στο συνέδριό μας και στην συνέχεια καταθέσαμε και την σχετική πρόταση όσον αφορά την διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη.
Αλλά, υπάρχει και ένας άλλος βαθύτερος πολιτικός λόγος που ζητάμε δημοψήφισμα. Γιατί, ξέρουμε πολύ καλά ότι οι θεσμοί στην χώρα μας αυτή την στιγμή δοκιμάζονται. Υπάρχει απαξία των θεσμών, υπάρχει αδιαφορία και απογοήτευση των πολιτών. Χρειάζεται να στηρίξουμε τη δημοκρατία, τους θεσμούς, το πολιτικό σύστημα. Πρέπει να δώσουμε τη δύναμη, την ενημέρωση, το λόγο και την συναπόφαση στους πολίτες.
Τίθενται βέβαια στον δημόσιο λόγο -ακούσαμε και τους Υπουργούς την προηγούμενη εβδομάδα- ορισμένα ερωτήματα γύρω από την σκοπιμότητα ή και την δυνατότητα να υπάρξει δημοψήφισμα. Θα αναφερθώ επί τροχάδην σε ορισμένα από τα βασικά ερωτήματα που τίθενται στον δημόσιο λόγο.
Ακούσαμε, μας το είπε η Υπουργός Εξωτερικών, «μα αφού εσείς ως ΠΑ.ΣΟ.Κ. λέτε ναι στην μεταρρυθμιστική συνθήκη δεν είναι οξύμωρο να ζητάτε δημοψήφισμα;» Το οξύμωρο είναι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι η λαϊκή ψήφος και το δημοψήφισμα ταυτίζεται στην νοοτροπία της Κυβέρνησης με την άρνηση της Ευρώπης. Το οξύμωρο είναι ότι θεωρούν όλες οι συντηρητικές ηγεσίες της Ευρώπης όπως το εκφράζει και η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, ότι αν πάμε στον λαό θα έχουμε άρνηση της Ευρώπης. Το αντίθετο πρέπει να γίνει. Πρέπει να πάμε στο λαό για να μπορέσουμε να αναδείξουμε έναν άλλο δρόμο: της προοδευτικής Ευρώπης.
Και μας λένε, το είπε ο Υπουργός Εσωτερικών, «γιατί τώρα πηγαίνετε σε δημοψήφισμα αφού εσείς ως Κυβερνήσεις δεν είχατε προκρίνει το δημοψήφισμα σε ανάλογες περιπτώσεις;» Αλήθεια είναι. Όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ζούμε σε μια πρωτόγνωρη κρίση αυτή τη στιγμή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μια Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 κρατών-μελών που έχει κυριολεκτικά ανάγκη ενίσχυσης της δημοκρατικής της νομιμοποίησης. Όπως ανέφερα και προηγούμενα ζούμε μια μεγάλη κρίση του πολιτικού συστήματος εδώ στην χώρα μας. Είναι ώριμη η στιγμή και είναι ώριμος ο ελληνικός λαός να μπορεί να συμμετάσχει ενεργά στις ευρωπαϊκές εξελίξεις.
Υπάρχει βέβαια και ένα τρίτο ερώτημα. Το ακούσαμε κατά κόρον. «Μα είναι δυνατόν, μας λένε, ένα τόσο σύνθετο κείμενο όπως είναι η μεταρρυθμιστική συνθήκη να μπορέσει να τεθεί κάτω από την κρίση των πολιτών;» Φυσικά και μπορεί να τεθεί. Το ίδιο το Σύνταγμά μας αναγνωρίζει την δυνατότητα – είναι το δεύτερο είδος δημοψηφίσματος το οποίο επικαλούμαστε που αναγνωρίζει το Σύνταγμα - για κυρωμένο νόμο. Άρα, αυτό σημαίνει για ένα νομοθέτημα που φυσικά από την φύση του θα είναι και πολύπλοκο και θα έχει και διάφορες τεχνικές ενδεχομένως πλευρές.
Αλλά αυτό που ξέρουμε είναι –και υπάρχει και εμπειρία των άλλων κρατών- ότι αν οργανώσεις σωστά τον δημοκρατικό διάλογο μπορείς και σύνθετα κείμενα να τα θέσεις στους πολίτες εφόσον κάνεις όμως μια πλατιά εκστρατεία ενημέρωσης και μια οργανωμένη συζήτηση με τα κινήματα, τους φορείς, τους εργαζόμενους, με τον λαό που νοιάζεται και θέλει να ξέρει που πάει η Ευρώπη.
Τέλος, υπάρχουν και άλλα δυο ερωτήματα. Ένα ερώτημα αφορά μήπως σε ένα δημοψήφισμα τελικά επικρατεί η πολιτική συγκυρία. Μήπως άλλο ερώτημα τίθεται και για άλλο ερώτημα έρθει ο λαός να απαντήσει.
Υπάρχει πάντα και αυτή η διάσταση, όταν μπαίνει κάλπη. Και στις δημοτικές εκλογές υπάρχει αυτή η διάσταση και στις ευρωεκλογές, αλλά είναι θέμα των πολιτικών δυνάμεων πώς αναδεικνύουν τα διακυβεύματα, πώς αναδεικνύουν πραγματικά τα πολιτικά ζητούμενα για να μπορέσει ο λαός να νιώσει υπεύθυνος και συμμέτοχος.
Και ένα τελευταίο ερώτημα. Μπαίνει το ερώτημα που το ακούσαμε και αυτό. Η Ελλάδα έχει ένα σταθερό ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Μήπως μια διαδικασία δημοψηφίσματος εξασθενεί τη θέση της χώρας μας; Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το αντίθετο ακριβώς συμβαίνει. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σέβεται τις χώρες που σέβονται τις καταστατικές τους διαδικασίες, τις συνταγματικές τους διαδικασίες, που έχουν δημοκρατικές διαδικασίες. Όλοι που έχουμε παρακολουθήσει Συμβούλια Υπουργών, ξέρουμε ότι η Δανία βάζει κοινοβουλευτική επιφύλαξη περιμένοντας έγκριση του Κοινοβουλίου της και είναι σεβαστό. Όπως ξέρουμε, ότι η Ισπανία που ψήφισε «ΝΑΙ» ηγήθηκε στην επαναδιαπραγμάτευση της Συνθήκης, αλλά και οι χώρες που ψήφισαν «ΟΧΙ», είχαν λόγο και ρόλο. Ήδη όπως είπε ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και ο κύριος Μπαρόζο ότι αναμένουν τον Ιρλανδό Πρωθυπουργό να έλθει να εξηγήσει και να θέσει τα θέματα που προκύπτουν από το δημοψήφισμα. Άρα, δεν ευσταθούν αυτές οι ανησυχίες, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Όσον αφορά την άρνηση της Νέας Δημοκρατίας, είναι αυτονόητη. Φοβούνται το λαό, φοβούνται τις λαϊκές εξουσίες που εκφράζονται άμεσα και γνήσια, την αποκέντρωση των εξουσιών. Φοβούνται αυτές τις διαδικασίες. Αλλά, υπάρχει και κάτι άλλο. Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν θέλει να αποδειχθεί στην πράξη ότι δεν υπάρχει μονόδρομος για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και, μια πλατειά διαδικασία πολιτικού δημοψηφίσματος θα αναδείκνυε ότι οι πολιτικές που εφαρμόζει είναι επιλογές της κυβέρνησης της και υπάρχει ένας άλλος δρόμος, της συνοχής, των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, της πλήρους απασχόλησης, της Ευρώπης που εμείς οραματιζόμαστε.
Γι’ αυτό το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα λέει «ΝΑΙ» στη Συνθήκη, λέει «ΝΑΙ» στον αγώνα για μια άλλη Ευρώπη και λέει «ΝΑΙ» επιτέλους σε μια πλατιά δημοκρατική διαδικασία που θα κάνει τον ελληνικό λαό πρωταγωνιστή στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Γι’ αυτό ζητάμε δημοψήφισμα. Σας ευχαριστώ πολύ.




