Ομιλία στη Βουλή κατά την συζήτηση και λήψη απόφασης, για την διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το ψηφισμένο νομοσχέδιο «Διοικητική και Οργανωτική Μεταρρύθμιση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις».
Είναι σαφές, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι η Κυβέρνηση, παρ’ ότι συζητάμε ένα μήνα αυτό το νομοσχέδιο μέσα από διάφορες διαδικασίες, δεν έχει πάρει και αρνείται να πάρει το μήνυμα του κόσμου. Είναι σαφές ότι είναι μια Κυβέρνηση κοινωνικά αποκομμένη και απομονωμένη.
Θα ήθελα να σχολιάσω ένα σημείο στην ομιλία του συναδέλφου κ. Αυγενάκη που προηγήθηκε στο Βήμα, επειδή αναφέρθηκε στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας και να θυμίσω στον αγαπητό συνάδελφο ότι δια στόματος Πρωθυπουργού, του κ. Καραμανλή, ο ελληνικός λαός είχε τη διαβεβαίωση με τα περίφημα τρία «δεν». Και τα τρία αυτά «δεν» παραβιάζονται κατάφορα με το νομοσχέδιο περί της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπάρχει ένα ερώτημα, γιατί όλα τα κόμματα της Αντιπολίτευσης έχουν καταθέσει το αίτημα να υπάρξει δημοψήφισμα. Εγώ θα ήθελα να σταθώ σε τρεις συγκεκριμένες απαντήσεις, απαντήσεις που αναφέρθηκαν ήδη και από τον Εισηγητή μας και από συναδέλφους από όλα τα κόμματα της Αντιπολίτευσης.
Ο πρώτος λόγος αφορά την εφαρμογή του Συντάγματος. Ακούστηκε το επιχείρημα, πώς είναι δυνατόν ένα νομοσχέδιο το οποίο είναι σύνθετο, το οποίο είναι μεγάλο, έχει τεχνικές πτυχές –κατά κόρον το ακούσαμε από πολλούς συναδέλφους- να πάει σε δημοψήφισμα.
Πρώτα απ' όλα από το ίδιο το Σύνταγμα, τη στιγμή που αναγνωρίζεται η δυνατότητα να πάει σε δημοψήφισμα ένα νομοσχέδιο ψηφισμένο από τη Βουλή, σημαίνει ότι αυτό είναι σημαντικό και ότι είναι μια δημοκρατική δυνατότητα.
Και εγώ θέλω να σας πω εδώ και την εμπειρία που υπάρχει από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και να αναφερθώ στο παράδειγμα της συνταγματικής συνθήκης που ήταν ένα κείμενο ιδιαίτερα σύνθετο, τριπλάσιο σε όγκο και με πολύ σοβαρές επιπτώσεις και για την οικονομική και την κοινωνική ζωή των κρατών-μελών που μπήκε σε δημοψήφισμα.
Και μάλιστα, προσωπικά –είχα και την εμπειρία στη Γαλλία- είχα συμμετάσχει και σε πολιτική συζήτηση γύρω από τη συνταγματική συνθήκη και ήταν μία από τις πιο σοβαρές πολιτικές συζητήσεις που έχω συμμετάσχει.
Άρα, λοιπόν, δεν ευσταθεί αυτό το επιχείρημα.
Ακούσαμε και το άλλο επιχείρημα που λέει «μα, καλά, τώρα το θυμηθήκατε και ζητάτε δημοψήφισμα, όταν τόσα χρόνια αυτό δεν έχει γίνει;».
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι αυτό επιχείρημα; Δεν προχωράει η δημοκρατία μας; Δεν ωριμάζουν οι συνθήκες; Δεν είναι ανάγκη συνεχώς να εμβαθύνουμε και να ενισχύουμε τους θεσμούς; Ίσα-ίσα που εμείς τώρα ερχόμαστε και μιλάμε –και μάλιστα, ο Πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ο Γιώργος Παπανδρέου, εδώ και πάρα πολύ καιρό και με άλλες ευκαιρίες έχει τονίσει- για την ανάγκη να υπάρξει πολύ μεγαλύτερη αξιοποίηση αυτής της δημοκρατικής δυνατότητας.
Και σας θυμίζω ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είχε προτείνει να γίνει δημοψήφισμα και όσον αφορά τη συνταγματική συνθήκη τότε, όπως το έκαναν και άλλα κόμματα της Αντιπολίτευσης, όπως επίσης υπήρχε πλήρης διευκρίνιση και από τον Εισηγητή μας, τον κ. Λοβέρδο, για τα ζητήματα των προτάσεων για την Αναθεώρηση του Συντάγματος, παρ’ ότι ο κ. Παυλόπουλος επιχείρησε εκεί να δημιουργήσει μία, θα λέγαμε, σύγχυση και παραπληροφόρηση γι’ αυτά τα θέματα.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο ζητούμε και θεωρούμε ότι είναι σημαντικό να υπάρξει δημοψήφισμα, έχει να κάνει μ’ αυτό καθεαυτό το νομοσχέδιο. Είναι ένα νομοσχέδιο που πραγματικά είναι σοβαρότατο και κρισιμότατο. Και δεν είναι απλώς επειδή αγγίζει ένα πολύ κρίσιμο θέμα. Είναι γιατί έρχεται να θίξει όλους τους Έλληνες εργαζόμενους. Είναι ένα νομοσχέδιο το οποίο θίγει όλον τον ελληνικό λαό. Είναι ένα νομοσχέδιο το οποίο ξεπερνάει στις επιπτώσεις του την τετραετία αυτής της Κυβέρνησης, επειδή ακούμε ότι η Κυβέρνηση έχει πρόσφατη και νωπή εντολή.
Δεν είναι έτσι. Θα είναι ένας νόμος ο οποίος στην εφαρμογή του θα έρθει και θα καθορίσει τα ζητήματα της κοινωνικής ασφάλισης για πολλές δεκαετίες και μάλιστα με τον τρόπο με τον οποίο αυτή τη στιγμή έρχεται να εφαρμοστεί, με τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις, θα είναι κυριολεκτικά το τελειωτικό χτύπημα στο δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα του δικού μας δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος που είναι το αποτέλεσμα κυριολεκτικά αγώνων του ελληνικού λαού, των Ελλήνων εργαζομένων. Γιατί ξέρουμε πολύ καλά ότι μ’ αυτό το νόμο και οι συντάξεις μειώνονται και τα όρια ηλικίας αυξάνονται και οι πιο ασθενείς του συστήματος, δηλαδή οι γυναίκες, οι εποχιακοί εργαζόμενοι, οι μετανάστες, θίγονται κατάφωρα.
Αυτό το νομοσχέδιο δεν ήρθε από μόνο του, δεν είναι αποκομμένο. Είναι το επιστέγασμα μίας συγκεκριμένης πολιτικής που θίγει τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, που φέρνει συνεχώς τα βάρη στους πολλούς εις όφελος των λίγων.
Το τρίτο επιχείρημα είναι ένα καθαρά δημοκρατικό επιχείρημα. Έχει να κάνει με μία κυβέρνηση η οποία αρνήθηκε το διάλογο. Και μπορεί να λένε οι συνάδελφοι της Συμπολίτευσης ότι έγινε διάλογος, όμως εγώ σας παραπέμπω στα Πρακτικά της Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων, όπου ήρθαν οι πρόεδροι απ’ όλους τους φορείς και όλοι είπαν το ίδιο πράγμα. Δεν έγινε κανένας ουσιαστικός διάλογος, δεν υπήρξε καμία ουσιαστική μελέτη για όλες αυτές τις ρυθμίσεις που θα έχουν αυτές τις τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες.
Συνεπώς, εδώ έχουμε μία σαφή δυσαρμονία ανάμεσα σ’ ένα τόσο σοβαρό νομοσχέδιο και σ’ αυτό που θέλει η συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού.
αι αυτό είναι το μήνυμα που η Κυβέρνηση αρνείται να λάβει. Είναι το μήνυμα που έστειλαν οι κινητοποιήσεις όλο αυτό το διάστημα. Είναι το μήνυμα το οποίο βγαίνει απ’ όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης, όπου έχουμε ένα συντριπτικό 80% του ελληνικού λαού να είναι εναντίον αυτών των ρυθμίσεων, γιατί ο ελληνικός λαός πρόλαβε να ενημερωθεί και να καταλάβει τι γίνεται, παρ’ ότι η Κυβέρνηση ήθελε να τα περάσει όλα στα άψε-σβήσε. Και μάλιστα –και αυτό είναι το εντυπωσιακό στοιχείο που προφανώς τρομάζει την Κυβέρνηση- ακόμα και στους ψηφοφόρους της ίδιας της Νέας Δημοκρατίας, ένα 60% έχει ταχθεί με σαφήνεια αντίθετα σ’ αυτό το νομοσχέδιο.
Άρα, λοιπόν, επειδή ακούμε πολλά, περισσότερο ψυχολογικού χαρακτήρα, όσον αφορά την Αντιπολίτευση γύρω από το ποιες ήταν οι κρυφές προθέσεις μας και γύρω από τις πρωτοβουλίες που πήραμε όλο αυτό το διάστημα, εγώ θα ήθελα εδώ να τονίσω άλλη μία φορά ότι είναι ένα νομοσχέδιο τόσο σοβαρό το οποίο επεδίωξε η Κυβέρνηση να το περάσει άρον-άρον και κυριολεκτικά στη ζούλα. Το κατέθεσαν στις 6 Μαρτίου και σήμερα είναι 1 Απριλίου. Και καταφέραμε μέσα από συντεταγμένη πολιτική και κοινοβουλευτική παρουσία, επί ένα μήνα να το συζητάμε.
Και αυτό είναι μία πρώτη νίκη στα σημεία, θα έλεγα, απέναντι σ’ αυτό το νομοσχέδιο, γιατί δώσαμε τη δυνατότητα να υπάρξει ενημέρωση, να αναδείξουμε όλες τις κρυφές και επικίνδυνες πτυχές. Και βέβαια, η προσπάθεια συνεχίζεται.
Διότι, εγώ θα ήθελα να σας πω, κυρία Υπουργέ, ότι αυτό το νομοσχέδιο θα σημάνει την αντίστροφη μέτρηση για την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας στη συνείδηση του ελληνικού λαού, κάτι που θα δείτε πάρα πολύ γρήγορα. Και ο αγώνας θα συνεχιστεί με κάθε μέσο. Είμαι σίγουρη ότι και οι διάφοροι φορείς που νιώθουν ότι θίγονται, θα προσφύγουν και στη δικαιοσύνη, γιατί είναι διάτρητο και νομικά το νομοσχέδιο αυτό.
Όμως, σε κάθε περίπτωση, η τελική νίκη θα είναι στις επόμενες εκλογές, οπότε και θα σημάνει και η ημερομηνία λήξης όλων αυτών των αντιλαϊκών και αντικοινωνικών ρυθμίσεων. Σας ευχαριστώ πολύ.




