Ομιλία στη 2η Συνεδρίαση της Κεντρικής Οργανωτικής Επιτροπής Συνεδρίου (ΚΟΕΣ) του ΠΑΣΟΚ
Συντρόφισσες και σύντροφοι, μετά τις προηγούμενες εισηγήσεις, θα ήθελα να πω κι εγώ μετά από τις προηγούμενες εισηγήσεις ότι έχουμε μπει στην τελική ευθεία για ένα Συνέδριο για το οποίο όλοι μαζί είμαστε αποφασισμένοι και παλεύουμε να σηματοδοτήσει πραγματικά μια νέα φάση. Μια νέα φάση δυναμική, ελπίδας και προοπτικής για το Κίνημά μας αλλά πρώτα απ’ όλα για τους πολίτες. Για τον ελληνικό λαό που δοκιμάζεται απ’ αυτό το κλίμα των σκανδάλων, της φαυλότητας, της αναξιοκρατίας απ’ αυτή την τεράστια οικονομική και κοινωνική κρίση.
Το Συνέδριό μας απ’ ότι φαίνεται θα συμπέσει με την εβδομάδα που πρόκειται ν’ ανακοινωθούν πλέον και τυπικά, γιατί στην ουσία έχουν ήδη ανακοινωθεί απ’ το Πρωθυπουργό, οι προτάσεις της κυβέρνησης για το Ασφαλιστικό. Είναι σαφές ότι εμείς θα δώσουμε τη μάχη παντού, και στη Βουλή και με τους εργαζομένους και με τους πολίτες. Και το Συνέδριό μας θα είναι ένα Συνέδριο πάνω απ’ όλα εξωστρέφειας και επιβεβαίωσης του κοινωνικού μας χαρακτήρα, των προοδευτικών μας θέσεων, της δικής μας έκφρασης, μιας προοδευτικής κοινωνικής συμμαχίας.
Όλα αυτά τα ζητήματα είναι θέματα που συζητήσαμε, είναι θέματα που όλοι εδώ μοιραζόμαστε, την κοινή αγωνία, με κοινό προβληματισμό. Και θέλω πραγματικά να ευχαριστήσω όλους τους συντρόφους και τις συντρόφισσες που είναι μέλη της Κ.Ο.Ε.Σ. και κατέθεσαν τις απόψεις τους προφορικά και γραπτά όσον αφορά το καταστατικό μας, όπως επίσης κι όλες τις Οργανώσεις μας, απ’ όλη την Ελλάδα, οι οποίες κουβέντιασαν, και πολλές απ’ αυτές έστειλαν και γραπτώς τις προτάσεις τους.
Θα μου επιτρέψετε σύντροφοι του Προεδρείου, παρ’ ό,τι θα προσπαθήσω να είμαι συνοπτική, αλλά επειδή πιστεύω ότι στο Κίνημά μας περισσότερο από ποτέ έχουμε ανάγκη τη συλλογικότητα, περισσότερο από ποτέ πρέπει ν’ αναγνωρίζουμε τη δουλειά όλων και την προσφορά, να κάνω μια πολύ σύντομη αναφορά στα μέλη της Γραμματείας της Επιτροπής Καταστατικού που δούλεψαν ακούραστα επί τρεις μήνες για να έχουμε σήμερα πραγματικά εδώ μια εισήγηση η οποία μπορώ να πω ότι είναι ο καθρέφτης μιας ευρύτερης συναίνεσης και ευρύτερης σύνθεσης.
Άρα, λοιπόν, οι σύντροφοι στη Γραμματεία ήταν ο Δημήτρης Στεφάνου, ο Τάσος Αποστολόπουλος, η Μαρία Αρσένη, ο Γιάννης Κουτσούκος, η Μαρία Κυριακοπούλου, ο Πάνος Μακρυγιάννης, ο Ανδρέας Μακρυπίδης, ο Βασίλης Οικονόμου και ο Κώστας Τριαντάφυλλος.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, είναι σαφές ότι όταν μιλάμε για το καταστατικό μας, κάτι που σε προηγούμενα Συνέδρια ήταν πεδίο οξύτατων πολλές φορές αντιπαραθέσεων και εντάσεων, κάτι που δεν ισχύει σ’ αυτή τη φάση και θα εξηγήσω κατά τη γνώμη μου το γιατί δεν είναι σ’ αυτή τη φάση και ευτυχώς που δεν είναι - έχει να κάνει πάνω απ’ όλα με μια ιδεολογική και πολιτική αντίληψη για το πώς οργανώνουμε την πολιτική μας παρουσία και τη δράση.
Δεν ήταν ποτέ και δεν μπορεί να είναι, σ’ ένα σοσιαλιστικό δημοκρατικό κόμμα, η συζήτηση για το καταστατικό, μια συζήτηση εσωκομματικής κατανομής εξουσιών, συσχετισμών ή σκέτου οργανωτισμού.
Το καταστατικό μας, ο τρόπος που οργανωνόμαστε, έχει να κάνει με το πώς εμείς πιστεύουμε ότι υπηρετούμε καλύτερα τις αξίες μας, τους στόχους μας, τις αρχές μας. Έχει να κάνει με το πώς σε κάθε φάση του Κινήματος και των γενικότερων εξελίξεων υπηρετούμε πιο σωστά και πιο αποτελεσματικά την αναγκαία πολιτική ενότητα και πάντα μια νέα αναβαθμισμένη συλλογικότητα στο εσωτερικό μας. Και πάνω απ’ όλα, κι αυτό νομίζω ότι όλοι το πιστεύουμε και το υποστηρίζουμε, ο τρόπος που λειτουργούμε. Κι αυτό, αν θέλετε, δεν είναι κάτι που μένει στα στενά όρια του καταστατικού, είναι τελικά ο καθρέφτης μας. Είναι ο καθρέφτης της αξιοπιστίας μας.
Όλα αυτά που λέμε και πρεσβεύουμε γενικά για τη δημοκρατία μας, για το πολιτικό σύστημα για τη δική μας διαφορά από τη Συντήρηση, εμείς οι ίδιοι μπορούμε να τα δείχνουμε στον κόσμο και να κερδίζουμε σε αξιοπιστία και σ’ εμπιστοσύνη. Γιατί, κακά τα ψέματα, συντρόφισσες και σύντροφοι, αυτές είναι οι βασικές προϋποθέσεις για μια νέα σχέση εμπιστοσύνης, μια νέα αφετηρία νίκης που όλοι θέλουμε να είναι το Συνέδριό μας.
Όπως είχαμε την ευκαιρία να πούμε στην πρώτη Ολομέλεια της Κ.Ο.Ε.Σ. –δε θέλω να κουράσω, ούτως ή άλλως όλοι έχετε τις εισηγήσεις και τα έχουμε κουβεντιάσει στις περασμένες εβδομάδες - στο Συνέδριο του 2005 πετύχαμε μια σειρά από καινούργιες προσεγγίσεις και καινοτομίες. Προσεγγίσεις που υπερασπιζόμαστε, καινοτομίες που δείχνουν ότι το ΠΑΣΟΚ σε κάθε συγκυρία πρωτοπορεί, βρίσκεται μπροστά, είτε αυτό αφορά το ανοιχτό κόμμα, είτε αφορά μια ευρύτερη δυνατότητα συμμετοχής, είτε τα θέματα της διαφάνειας, είτε γενικώς ο τρόπος που ήρθαμε να εκπροσωπήσουμε στον Κίνημά μας, αυτό που έχουμε εμείς σαν αντίληψη, για μια νέα δίκαιη κοινωνία που παλεύουμε.
Κι έχει να κάνει με μια κοινωνία ουσιαστικής ισότητας. Και αυτό αναφέρεται και στις ευκαιρίες και στην ισότητα συμμετοχής στις γυναίκες. Έχει να κάνει με ένα κόμμα προσβάσιμο για τα άτομα με αναπηρία, έχει να κάνει με τους μετανάστες, έχει να κάνει με τη νέα γενιά. Ξέρουμε όμως ότι σ’ αυτά τα 4 χρόνια που έχουν περάσει, πολλά απ’ αυτά δοκιμάστηκαν. Οι συγκυρίες έχουν αλλάξει.
Οι ανάγκες που πολλές φορές καλούμαστε ν’ αντιμετωπίσουμε είναι πια διαφορετικές. Και εδώ επανέρχομαι και θέλω να θεμελιώσω γιατί φτάνουμε σ’ ένα σημείο που υπάρχει μια ευρύτερη πιστεύω συναίνεση και συνθετική προσέγγιση. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι η κάθε πρόταση που έρχεται εδώ ως εισήγηση αντανακλά 100% όλες τις απόψεις και προτάσεις που λάβαμε. Γιατί αυτό δε θα ήταν και εφικτό, τότε δε θα μιλούσαμε για σύνθεση και για συναίνεση. Όμως πιστεύω πραγματικά ότι έγινε μια προσπάθεια να είναι μια ουσιαστική σύνθεση.
Πιστεύω ότι είναι τρεις λόγοι που πραγματικά μας επέτρεψαν να φτάσουμε σ’ ένα Συνέδριο που το καταστατικό είναι ένα πεδίο συναίνεσης.
Ο πρώτος είναι το κοινό μας βίωμα, η κοινή μας εμπειρία όλο αυτό το διάστημα. Γιατί πραγματικά εδώ αποτυπώνεται αυτό που εσείς, οι Οργανώσεις μας, εμείς όλοι, νιώσαμε και εισπράξαμε όλα αυτά τα χρόνια το τι έπρεπε να βελτιώσουμε και το τι ν’ αλλάξουμε.
Το δεύτερο έχει να κάνει με την κοινή μας διαπίστωση για τις νέες ανάγκες που έχουμε πραγματικά ν’ αντιμετωπίσουμε, για να γίνουμε πιο αξιόπιστοι, να φτάσουμε ξανά στη βάση, να δώσουμε ξανά ρόλο στο μέλος, στο φίλο, να νιώσει ξανά ο πολίτης ότι υπάρχει διακύβευμα και ουσία μέσα από τη συμμετοχή του.
Και το τρίτο, και πιστεύω ότι αυτό εκφράστηκε σε όλες τις προσυνεδριακές συνεδριάσεις που τουλάχιστον εγώ η ίδια συμμετείχα, αλλά και οι σύντροφοι της Γραμματείας το μετέφεραν από τις δικές τους εμπειρίες, είναι ότι αυτό που ζούμε γύρω μας όλο αυτό το διάστημα που έχει κορυφωθεί τις τελευταίες εβδομάδες. Αυτό που βλέπουμε, αυτή την απίστευτη κρίση διακυβέρνησης της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας αλλά και τις αδυναμίες συνολικά του πολιτικού συστήματος, αυτό που ο Πρόεδρος παρουσίασε, ένα συγκροτημένο πλαίσιο αναβάθμισης των θεσμών και της δημοκρατίας. Όλοι νιώθουμε ότι μας αφορά, όλοι νιώθουμε ότι πρώτα απ’ όλα αυτό το μεγάλο στοίχημα της δημοκρατίας και της συμμετοχής, της αναβάθμισης γενικά του πολιτικού συστήματος. Αυτή τη μάχη πρέπει πρώτα απ’ όλα να την κατοχυρώσουμε, να την κερδίσουμε στη δική μας εσωτερική παρουσία και φυσικά αυτό να το εκπέμψουμε στη συνέχεια προς τα έξω.
Θα έλεγα λοιπόν κωδικοποιώντας σε 7 βασικές κατευθύνσεις, να εστιαστώ εκεί που δίνουμε έμφαση, καθώς όλα τ’ άλλα τά’ χουμε συζητήσει στην προηγούμενη Κ.Ο.Ε.Σ. Εκεί που δίνουμε έμφαση, εκεί που πραγματικά γίνονται οι μεγάλες αλλαγές, κι εκεί ακόμα, γιατί υπάρχουν και τέτοια σημεία που με βάση τις δικές σας προτάσεις αλλάξαμε τις αρχικές εισηγήσεις, γιατί αυτή είναι και η αξία του διαλόγου. Θα κωδικοποιήσω λοιπόν την πρόταση μας σε 7 μεγάλους άξονες όπου αποτυπώνουν κοινές διαπιστώσεις, κοινές αγωνίες, κοινούς προβληματισμούς.
Ο πρώτος, συντρόφισσες και σύντροφοι, έχει να κάνει με την ανανέωση. Αυτό είναι μια αγωνία που την εισπράττουμε παντού. Είναι μια αγωνία που την εισπράττουμε στις Οργανώσεις μας όπου πραγματικά νιώθουμε ότι μια γενιά και κυρίως η γενιά μεταξύ 25 και 35 δεν υπάρχει ενεργός συμμετοχή στο Κίνημά μας, υπάρχει σε μικρότερη ηλικία γιατί είναι στα Πανεπιστήμια, όπου εκεί υπάρχει συλλογική δράση, είναι η γενιά των 500, των 600 ευρώ, της ανασφάλειας, της εντατικοποίησης, η γενιά που δεν αφορά αν θέλετε μόνο το ΠΑΣΟΚ αλλά που είναι το μεγάλο αν θέλετε ζητούμενο, αυτή η γενιά να γίνει πιο ενεργή.
Άρα λοιπόν, στα θέματα της ανανέωσης, οι μεγάλες τομές που προτείνουμε έχουν να κάνουν όχι μόνο με την ηλικιακή ανανέωση, αλλά συνολικά με μια νέα αντίληψη λειτουργίας. Όσον αφορά λοιπόν την ευρύτερη θα λέγαμε στελεχιακή ανανέωση ανεξαρτήτως ηλικίας, επειδή με την απόφαση που έχουμε πάρει, ότι ξαναγυρνάμε στη βάση όπως έχει πει κι ο Πρόεδρος κι όλοι συμφωνούμε, ότι η πρωτοβάθμια οργάνωση, το πρωτοβάθμιο κύτταρο του ΠΑΣΟΚ είναι στη γειτονιά, στα αστικά κέντρα, είναι στα χωριά, στους καποδιστριακούς Δήμους, είναι στο χώρο δουλειάς, αυτό είναι το κύτταρο της Οργάνωσης.
Λέμε λοιπόν ότι επειδή στην ανασυγκρότηση που θ’ ακολουθήσει στο Συνέδριο εκ των πραγμάτων θα έχουμε έναν τριπλασιασμό, ενδεχομένως και τετραπλασιασμό των πρωτοβάθμιων Οργανώσεων και πάμε εκεί να εκλέξουμε συντονιστικές Επιτροπές όπου καταλαβαίνετε ότι θα υπάρξει μια πολύ μεγάλη αύξηση στελεχιακού δυναμικού που θα είναι σ’ αυτό το πρώτο επίπεδο της άμεσης επαφής με τον πολίτη και τον εργαζόμενο, εκεί λοιπόν η πρόταση είναι σαφής και είναι και ριζοσπαστική: Το 50% των στελεχών μας που θα εκλεγεί στις συντονιστικές αυτές Επιτροπές των νέων πρωτοβάθμιων Οργανώσεων που θα είναι τριπλάσιες και τετραπλάσιες, μιλάμε για περίπου 4.000 σε όλη την Ελλάδα, να είναι στελέχη που εκλέγονται για πρώτη φορά σε όργανο του Κινήματος.
Αυτό αφορά το πρωτοβάθμιο επίπεδο και είναι ακριβώς για να φέρουμε ξανά κόσμο ενεργό, να δώσουμε ευκαιρίες μιας μεγάλης στελεχιακής ανανέωσης, και ταυτόχρονα αυτή η ανανέωση να μπολιάσει αυτή την προσπάθεια που κάνουμε για επιστροφή στη βάση. Ταυτόχρονα έχουμε πει για ένα 15% ηλικιακής ποσόστωσης καθορίζοντας και διαπιστώνοντας ότι το να φέρεις τη νέα γενιά δεν είναι θέμα διοικητικό, δεν είναι θέμα καταστατικού, σαφώς και δεν είναι, είναι θέμα συνολικού πολιτιστικού στίγματος και παρουσίας, αλλά από κει και πέρα οφείλουμε να δώσουμε χώρο να υπάρξει αυτή η έκφραση μιας νεότερης γενιάς που τόσο πολύ έχει ανάγκη το Κίνημά μας και το ζούμε όλοι και το εισπράττουμε από παντού, και ταυτόχρονα να μπολιαστεί και η δική μας λειτουργία απ’ τον προβληματισμό, την αγωνία κι αν θέλετε μια άλλη οπτική γωνία αυτής της νεότερης γενιάς. Και αυτό αφορά όλα τα συλλογικά όργανα του Κινήματος.
Ταυτόχρονα, για το οργανωμένο κομμάτι της νεολαίας μας, η πρόταση είναι η Εκτελεστική Γραμματεία της οργανωμένης νεολαίας ΠΑΣΟΚ να συμμετέχει αυτοδίκαια στο Εθνικό μας Συμβούλιο και ο εκλεγμένος Γραμματέας της Νεολαίας ΠΑΣΟΚ να συμμετέχει στο Πολιτικό Συμβούλιο.
Από κει και πέρα, δεύτερη μεγάλη κατεύθυνση των αλλαγών: Είναι κάτι –είδα το σύντροφο τον Κώστα που χειροκροτεί- που κι ο ίδιος έχει επιμείνει πολύ. Αναφέρομαι στη λογοδοσία Κώστα, επειδή έχεις κάνει και ειδική εισήγηση.
Λοιπόν, τα θέματα λογοδοσίας. Την αρχή την είχαμε συντρόφισσες και σύντροφοι, κι αν θέλετε το ΠΑΣΟΚ πάντα είχε αυτή την αντίληψη. Υπήρχε ένα θέμα όμως: Δεν είχαμε ποτέ θεσμοθετημένη διαδικασία να την κάνουμε πράξη. Κι αν θέλετε είναι ζήτημα και διαφάνειας και αξιοπιστίας, αλλά πάνω απ’ όλα αν θέλουμε να δώσουμε πραγματική δύναμη στα μέλη και στους φίλους, πρέπει ο άλλος να νιώθει ότι ο βουλευτής, ο Δήμαρχος, Νομάρχης, όλα τα εκλεγμένα κομματικά όργανα, όλοι κάπου λογοδοτούμε.
Για να μην υπάρχει και παρανόηση με τους συντρόφους από τους χώρους δουλειάς, επειδή μιλάμε μέσα και για συντρόφους που έρχονται απ’ αυτούς τους χώρους είναι σαφές, υπάρχει πλήρης σεβασμός της αυτονομίας των παρατάξεων των ΠΑΣΚ και της ΠΑΣΚΕ. Εδώ μιλάμε για τους συντρόφους για τις κομματικές ιδιότητες που έχει ο καθένας και τους κομματικούς ρόλους.
Και πιστεύουμε ότι αυτό είναι κάτι ιδιαίτερα σημαντικό και είναι κάτι που πρέπει και οφείλουμε να δώσουμε προτεραιότητα στην εφαρμογή από εδώ και πέρα.
Το 3ο θέμα έχει να κάνει με την εσωκομματική μας δημοκρατία, έχει να κάνει, ότι πραγματικά οφείλουμε να δώσουμε την εξουσία και τη δύναμη σε διαδικασίες άμεσων εκλογών, όσο γίνεται η λήψη των αποφάσεων κοντά στη βάση σε όλα τα επίπεδα. Γι’ αυτό και έχουμε παντού τα όργανα, κρατάω το Εθνικό Συμβούλιο γιατί εκεί είχαμε κάνει μια ειδική συζήτηση την προηγούμενη φορά που θα επανέλθω, και έχουμε παντού Πρωτοβάθμιο, Δευτεροβάθμιο, Τριτοβάθμιο.
Άμεση εκλογή, δίνουμε πολύ μεγαλύτερη σημασία με το καταστατικό και την πρόταση εξουσίας στα αποκεντρωμένα όργανα όσον αφορά την ανάδειξη των υποψηφίων με ουσιαστική και πραγματική δύναμη με τις προκριματικές όσον αφορά τις εκλογές για την ανάδειξη των υποψηφίων μας και μέσα από μία διαδικασία που οφείλουμε να εγγυάται την ουσιαστική συλλογικότητα και δημοκρατία.
Το ίδιο όσον αφορά την 4η προτεραιότητα που έχει να κάνει με τη διαφάνεια. Διαφάνεια παντού και αν θέλετε κυρίως και στον τρόπο που λειτουργούμε και εφαρμόζουμε και το καταστατικό μας και το Μητρώο μας. Το λέω αυτό, είναι κάτι που το εισπράξαμε από παντού, ότι πρέπει να υπάρξει και υπάρχει τέτοια πρόβλεψη, ειδική πολιτική ευθύνη όσον αφορά το ζήτημα του Μητρώου μας, γιατί βέβαια όταν μιλάμε για λογοδοσία, δημοκρατία, ανοικτές μαζικές διαδικασίες που είναι κατάκτηση για το Κίνημα, πρέπει και το θέμα του Μητρώου να το κοιτάξουμε με πολύ μεγαλύτερη μετά το Συνέδριο ευθύνη πολιτική και θα δείτε, υπάρχει ειδική πρόβλεψη για όλα αυτά τα ζητήματα.
Το ίδιο ισχύει με την πολιτική αυτονομία. Ο Πρόεδρος σήκωσε το θέμα της πολιτικής αυτονομίας και είναι κάτι που όλοι το συμμεριζόμαστε, γιατί ξέρουμε ότι η πολιτική αυτονομία, συντρόφισσες και σύντροφοι, δεν είναι απλώς μία, αν θέλετε, προτεραιότητα για να ενισχύσουμε τη δημοκρατία, σαφώς είναι κι αυτό, αλλά πάνω απ’ όλα για μας που πιστεύουμε, που είμαστε Σοσιαλιστές, που δίνουμε τη μάχη για μία άλλη εναλλακτική προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης ξέρουμε πολύ καλά, ότι η πολιτική μας αυτονομία από κάθε μορφής επικοινωνιακή και οικονομική εξουσία είναι η δύναμη που μας επιτρέψει πρώτα να το περάσουμε στον κόσμο, να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε στον κόσμο και πάνω απ’ όλα όταν με την εμπιστοσύνη του λαού γίνουμε Κυβέρνηση, να μπορέσουμε να υλοποιήσουμε μια διαφορετική προοδευτική πρόταση εξουσίας.
Άρα, λοιπόν, είναι προτεραιότητα, δίνουμε έμφαση στο καταστατικό μας με μια σειρά από ρυθμίσεις. Και επίσης επειδή τέθηκε πάρα πολύ αυτό το ζήτημα από πάρα πολλούς συντρόφους, αν θέλετε, μέσα από τις κακές αναμνήσεις ή πτυχές ενός λεγόμενου κυβερνητισμού, ο οποίος όπως ξέρουμε όλοι πολύ καλά και αυτό το εισπράττουμε όταν συζητάμε με τις τοπικές μας οργανώσεις και τις Νομαρχιακές, δεν αφορά μόνο την άσκηση κυβερνητικών καθηκόντων, αφορά την κάθε μορφή εξουσίας, αφορά και την τοπική και την Νομαρχιακή εξουσία πολλές φορές.
Γι’ αυτό, λοιπόν, ερχόμαστε και λέμε, ότι εμείς θέλουμε στα όργανά μας να υπάρχει η σύνθεση, αλλά δεν πρέπει τα όργανά μας να μετατρέπονται και μόνο σε έκφραση τοπικών, νομαρχιακών και κεντρικών εξουσιών.
Άρα, λοιπόν, τι λέμε; Λέμε σε επίπεδο κεντρικό, όπως ξέρετε μέχρι τώρα λέγαμε, ότι σε περίοδο που είμαστε κυβέρνηση μόνο το 1/4 του Πολιτικού Συμβουλίου μπορεί να έχει κυβερνητικές και κρατικές θέσεις. Το διευρύνουμε αυτό και στο Εθνικό Συμβούλιο και λέμε σ’ αυτά την περίοδο το 1/3 μόνο του Εθνικού Συμβουλίου μπορεί να έχει κυβερνητική ή κρατική θέση.
Όσον αφορά το επίπεδο των οργάνων μας των πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων, οι βουλευτές δεν ασκούν εξουσία κρατική και κυβερνητική. Οι βουλευτές εκλέγονται από το λαό, μόνο ο Υπουργός είναι ο βουλευτής που ασκεί εξουσία, ο βουλευτής δεν εμπίπτει σ’ αυτή την κατηγορία. Αλλά ευχαρίστως μετά θα επανέλθουμε για όλα αυτά. Προσπαθώ να επισημάνω τα βασικά σημεία και να προκαλέσουμε και το διάλογο. Όταν μιλάμε για άσκηση εξουσίας είναι οι κατηγορίες, όπως των μετακλητών, τέτοιων έμμεσων θέσεων, οι οποίες έχουν να κάνουν με την άσκηση της εξουσίας.
Λοιπόν, από εκεί και πέρα το διευρύνουμε αυτό, και αυτό ήταν αίτημα που μας έχει έρθει από τη βάση, μας έχει έρθει από τους συντρόφους στις Τοπικές και στις Νομαρχιακές Οργανώσεις, ότι πάμε, με την κοινή αν θέλετε διαπίστωση, σε αιρετή Νομαρχιακή Επιτροπή.
Η αιρετή, λοιπόν, Νομαρχιακή Επιτροπή από όλο το Νομό μόνο κατά το ήμισυ θα είναι σύντροφοι οι οποίοι έχουν τέτοιες θέσεις είτε είναι σε Δημοτικά Συμβούλια, είτε Νομαρχιακά Συμβούλια ακριβώς για να μην υπάρχει πλήρης ταύτιση αυτής της εξουσίας. Και φυσικά ο άμεσα εκλεγμένος Γραμματέας, αυτό είναι κάτι που ήδη το είχαμε κατοχυρώσει, τώρα κατοχυρώνεται και στο καταστατικό, δεν μπορεί να ασκεί διαχείριση σε οποιοδήποτε επίπεδο ή να έχει μία έμμεση θέση σε οποιοδήποτε βαθμό εξουσίας.
Όσον αφορά την 6η κατεύθυνση, είναι να δώσουμε το ρόλο, τη δύναμη πραγματικά στο μέλος, στο φίλο και επειδή υπήρξε και πολύ συζήτηση και πρέπει να πω, ότι πάρα πολλοί σύντροφοι είπαν, τελικά είναι τόσο ουσιαστική η διαφορά του μέλους και του φίλου, γιατί κρατάμε αυτή τη διάκριση;
Γιατί δυστυχώς η πραγματικότητα, σύντροφοι και συντρόφισσες, είναι ότι το πρόβλημα δεν είναι τόσο οι φίλοι στο Κίνημα, είναι πόσο ενεργοί είναι τα μέλη μας, αυτή είναι η πραγματικότητα. Είναι τα μέλη μας τα οποία πολλές φορές τα βλέπουμε να έρχονται μόνο σε εκλογικές διαδικασίες και εδώ βέβαια οφείλουμε να πούμε, ότι αυτή είναι μια αμφίδρομη ευθύνη, έχει να κάνει με το πότε γίνονται, πώς γίνονται, τι πολιτικά χαρακτηριστικά υπάρχουν.
Και από εκεί και πέρα έχει να κάνει πώς πραγματικά κάνουμε συνολικά τη λειτουργία μας πιο πολιτική, που να νιώθει το μέλος ή ο φίλος ότι υπάρχει διακύβευμα πολιτικό, ότι έχει σημασία η συμμετοχή του είτε για το χώρο που ζει, για το χώρο που εργάζεται ή συνολικά για τις πολιτικές προτεραιότητες του Κινήματος.
Νομίζω και κλείνω μ’ αυτή την 7η παρατήρηση για να περάσω σε λίγο πιο συγκεκριμένα και ειδικά θέματα, ότι όλοι μας συμφωνούμε, ότι ένα ΠΑΣΟΚ που θέλουμε να βγει από το Συνέδριο με πολύ πιο αποσαφηνισμένο και ισχυρό ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα, μίλησε και ο Μίμης προηγούμενα γι’ αυτά, με ριζοσπαστικό καθαρό προγραμματικό λόγο, με μία πραγματικά νέα με δυναμική προοδευτική κοινωνική συμμαχία πρέπει πάνω απ’ όλα να είναι ένα ισχυρό ΠΑΣΟΚ με ισχυρή πολιτική παρουσία, ισχυρά όργανα, ισχυρές διαδικασίες παντού.
Και πιστεύω, ότι αυτό αν θέλετε είναι και η μεγάλη μας κατάκτηση, ότι προσπαθούμε, επιχειρούμε και ότι συνδυάζουμε και θα συνδυάσουμε ακόμα πιο πολύ στο μέλλον, την επόμενη μέρα του Συνεδρίου και το ισχυρό ΠΑΣΟΚ πολιτικά, λειτουργικά και οργανωτικά, με το ανοιχτό ΠΑΣΟΚ που πραγματικά να δίνει τη δυνατότητα και στους νέους και στις νέες ιδέες και σε όλο τον κόσμο που νιώθει, ότι θέλει να παρακολουθεί τη δραστηριότητά μας ότι μπορεί να συμμετέχει.
Περνώντας, λοιπόν, στα υπόλοιπα θέματα τα πιο ειδικά, θα ήθελα απλώς να πω, ότι από πάρα πολλούς συντρόφους τέθηκε η ανάγκη να υπάρξει πραγματικά μία αποσαφήνιση όσον αφορά τα διάφορα επίπεδα της οργάνωσης, που καμιά φορά υπήρχε σύγχυση αρμοδιοτήτων ή δεν ήταν σαφές ποιο όργανο έκανε τι ή ποιος έκανε τι, πιστεύω ότι γίνεται αυτή η προσπάθεια της αποσαφήνισης.
Και ξεκινάμε και λέμε στο πρωτοβάθμιο επίπεδο, όπως επίσης και στο δευτεροβάθμιο, έχουμε τα όργανά μας που αποφασίζουν και που καθοδηγούν στο χώρο δουλειάς, στη γειτονιά, στο χωριό, στο Νομό. Κρατάμε το περιφερειακό επίπεδο, κι έρχομαι σ’ αυτό γιατί ήταν ένα από τα θέματα που είχαμε αφήσει ανοιχτό στην προηγούμενή μας συνεδρίαση, για το οποίο πιστεύω ότι υπάρχει μια κοινή προσέγγιση.
Λυπάμαι, σύντροφε Γραμματέα, αν λίγο μακρηγορώ, αλλά οφείλω να αποσαφηνίσω κάποια πράγματα. Θα επανέλθω βέβαια και στη δευτερολογία. Πιστεύω, ότι όλοι είχαμε πει, χρειάζεται να έχουμε ισχυρό πολιτικό καθοδηγητικό κέντρο στο Νομό. Γιατί ο Νομός παραμένει το εκλογικό κέντρο, η εκλογική περιφέρεια. Και αυτό το κερδίζουμε εδώ, το κατοχυρώνουμε.
Αλλά δεν μπορούμε συντρόφισσες και σύντροφοι, να αφήσουμε την περιφέρεια πρώτα απ’ όλα γιατί είναι η αντίληψή μας για τη συγκρότηση πραγματικά του κράτους, για το πώς εμείς θέλουμε να δώσουμε περισσότερη δύναμη στην περιφέρεια.
Και επίσης οφείλαμε να αντιμετωπίσουμε ένα κενό που είχαμε ως τώρα στην οργάνωσή μας, ότι υπήρχε μία απόσταση ανάμεσα στα Νομαρχιακά Όργανα και στα Περιφερειακά Όργανα. Κάτι που εσείς οι ίδιοι έχετε επανειλημμένα τονίσει και κάτι που αν θέλετε ζήσαμε αρνητικά την περίοδο των δημοτικών εκλογών και των νομαρχιακών εκλογών με τις αντιφάσεις και τις διαφορετικές προσεγγίσεις.
Γι’ αυτό, λοιπόν, το περιφερειακό όργανο είναι συντονιστικό και προγραμματικό, η Περιφερειακή Επιτροπή παντρεύει τις δύο ανάγκες καθώς συγκροτείται από τους Γραμματείς των Νομαρχιακών Επιτροπών που είναι άμεσα εκλεγμένοι και διπλάσιο ή συν ένα, ανάλογα αν είναι ζυγός ή μονός ο αριθμός που βγαίνει, αιρετών μελών με απευθείας εκλογή με τον όρο όμως, ότι τουλάχιστον από κάθε Νομό θα είναι ένας αιρετός.
Μ’ αυτό τον τρόπο εξασφαλίζουμε και την εκπροσώπηση όλων των Νομών και Νομαρχιών, λέω Νομαρχιών γιατί σε ορισμένες περιπτώσεις έχουμε παραπάνω Νομαρχιακές σε ένα Νομό λόγω ιδιαιτεροτήτων νησιωτικών ή όπως είναι η περίπτωση της Αθήνας και του Πειραιά, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει και η έκφραση η άμεση της εκλογής.
Εδώ θέλω να κάνω μια ειδική αναφορά στους χώρους δουλειάς. Οφείλουμε αυτό να το αποσαφηνίσουμε γιατί θεωρώ ότι είναι πλήρως κεκτημένο πια στη δράση μας και αν θέλετε το νιώσαμε σε μία περίοδο που είμαστε στην αντιπολίτευση, πόσο σημαντική ήταν η ανασυγκρότηση στους χώρους δουλειάς, σ’ αυτή την περίοδο που η κοινωνική αντιπολίτευση είναι κρίσιμη.
Λέμε, λοιπόν, ότι σε όλη την Ελλάδα υπάρχει μια ρύθμιση, πλην Αθήνας και Θεσσαλονίκης, που έχουν μια ιδιαιτερότητα. Άρα, λοιπόν, στην υπόλοιπη Ελλάδα η Πρωτοβάθμια Οργάνωση είναι και στο χώρο δουλειάς και στη συνέχεια όλο αυτό συντίθεται σε επίπεδο Νομαρχιακής και παραπάνω. Ειδικά όμως για την Αττική και για την Θεσσαλονίκη έχουμε ήδη αναγνωρίσει τη λειτουργία Δευτεροβάθμιου επιπέδου για τους χώρους δουλειάς.
Και φτάνουμε στο κομμάτι το τριτοβάθμιο, το περιφερειακό, η κοινή αν θέλετε συνισταμένη όλων των απόψεων, η κοινή αγωνία και ο προβληματισμός είναι πώς θα οργανώσουμε καλύτερα τη δράση μας στην ευρύτερη περιφέρεια της Αττικής, λόγω του ότι είναι μια περιφέρεια που καθορίζεται από τη γενική πολιτική εξέλιξη, από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, είναι μια περιφέρεια που ήδη λειτουργούν τρεις Περιφερειακές Επιτροπές και ταυτόχρονα έχουμε και το αντίστοιχο στο χώρο δουλειάς το τριτοβάθμιο, το Διατομεακό Συντονιστικό Όργανο.
Εδώ πέρα, λοιπόν, συντρόφισσες και σύντροφοι, είναι ανάγκη να βρούμε έναν τρόπο αυτά τα τέσσερα αν θέλετε όργανα που εκφράζουν την οργανωμένη μας δράση και λειτουργία να μπορέσουμε να τα συντονίσουμε μεταξύ τους.
Και έτσι προτείνουμε, υπήρχαν κάποιες σκέψεις και στο παρελθόν αλλά δεν είχε λειτουργήσει. Τώρα οφείλουμε να το λειτουργήσουμε πολύ πιο αποτελεσματικά σε πλήρη σύνδεση με τους βουλευτές μας της Αττικής, με τα στελέχη μας, τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου, να υπάρξει ένα διαπεριφερειακό όργανο.
Άρα κατ’ εξαίρεση για την Αττική συγκροτείται αυτό, όπου συμμετέχει ο Γραμματέας και ο Αναπληρωτής Γραμματέας των τριών Περιφερειακών και του Διατομεακού και εκ περιτροπής μεταξύ τους ανά τρίμηνο κάποιος αναλαμβάνει το ρόλο του συντονιστή.
Από εκεί και πέρα πάμε στα κεντρικά όργανα. Πιστεύω ότι στο θέμα του κεντρικού πολιτικού οργάνου, ήταν ίσως στην προηγούμενη συνεδρίαση της ΚΟΕΣ το θέμα που υπήρξε ο μεγαλύτερος αντίλογος. Και αν θέλετε ήταν κάτι που το είχα αναγνωρίσει και στη δευτερολογία μου και γι’ αυτό κιόλας στον προσυνεδριακό διάλογο κατατέθηκαν δύο προσεγγίσεις γι’ αυτό το θέμα.
Σας θυμίζω, ότι ξεκινήσαμε στην αρχική εισήγηση με την πρόταση να είναι ένα αιρετό μικρότερο όργανο στη λογική όλων των απόψεων που είχαν ακουστεί για πιο λειτουργικό όργανο, πιο ενιαίο, με μια ενιαία νομιμοποίηση από το Συνέδριο. Πρέπει όμως να πω με απόλυτη ειλικρίνεια, γιατί αυτό είναι το νόημα του διαλόγου, ότι στην προηγούμενη ΚΟΕΣ υπήρξε μία συντριπτική έκφραση ενός αντιλόγου, που ήθελε να υπάρξει μια συνέχεια του σημερινού συστήματος συγκρότησης του Εθνικού Συμβουλίου. Και από κει και πέρα με μερικές βελτιώσεις προς τον τρόπο λειτουργίας, τον τρόπο λήψης των αποφάσεων.
Και αν θέλετε, δύο επιχειρήματα ακούσαμε τότε στην ΚΟΕΣ, τα οποία στη συνέχεια ακούστηκαν και στις διαδικασίες. Το ένα είχε να κάνει με τους Βουλευτές, ότι μία λογική σε αυτή τη φάση να μπουν οι Βουλευτές σε εκλογή από το Συνέδριο είναι μια λογική που δεν βοηθάει, με την έννοια ότι ο Βουλευτής έχει πάρει εντολή από μια ευρύτερη λαϊκή βάση του Κινήματος και θα μπορούσε να δημιουργήσει και μεγάλες ανισορροπίες ιδιαίτερα στην περιφέρεια.
Και επίσης υπήρξε και ένας αντίλογος για ένα ενιαίο αιρετό όργανο από τα μεσαία στελέχη του Κινήματος και κυρίως από τα περιφερειακά στελέχη του Κινήματος, λέγοντας ότι έχοντας μια διαδικασία που βάζει και μια σειρά από ποσοστώσεις, που όλοι αναγνωρίζουν ότι είναι αναγκαίες -για πολιτικούς λόγους η κάθε μία- για το Κίνημά μας, στην ουσία δεν θα έμενε χώρος έκφρασης, εκλογής, αν θέλετε του κεντρικού στελεχιακού αυτού δυναμικού, που δεν μπορεί ένα κόμμα να λειτουργήσει χωρίς αυτό το δυναμικό.
Υπό αυτή την έννοια λοιπόν και έχοντας λάβει υπ’ όψη αυτές τις εισηγήσεις, αλλά και τον αντίλογο, η πρόταση είναι να παραμείνει μεν το Εθνικό Συμβούλιο με αυτή τη μικτή σύνθεση και από κει και πέρα να προστεθεί όπως είπαμε η Εκτελεστική Γραμματεία της Νεολαίας, να παραμείνουν οι σύντροφοι από τα τριτοβάθμια συνδικαλιστικά όργανα και να υπάρχει ένας σταθερός αριθμός τουλάχιστον 150 αιρετών, ακριβώς για να μπορεί το Συνέδριο να εκφραστεί και να εκφράσει αυτό το στελεχιακό δυναμικό, το οποίο είναι κρίσιμο για την καθημερινή λειτουργία και πολιτική δουλειά.
Και να μην ξεχάσω βέβαια, γιατί δεν το ανέφερα πριν, ότι ακριβώς για να υπάρχει και η πλήρης περιφερειακή εκπροσώπηση διατηρούμε –και θεωρώ ότι αυτό είναι κάτι που βοηθάει και συνεχίζει και δίνει υπόσταση και στην Περιφερειακή Επιτροπή- τους Γραμματείς των Περιφερειακών Επιτροπών και της Διατομεακής Επιτροπής των Εργαζομένων.
Όσον αφορά τα Δίκτυα, θα αναφερθώ στη δευτερολογία.
Στα κεντρικά όργανα, για το Πολιτικό Συμβούλιο, να μην το ξεχάσω, ότι -όπως είπε και ο Πρόεδρος - για την ανάγκη να υπάρχει ένα ενιαίο κέντρο πολιτικό, καθοδηγητικό, αποφασιστικό, η πρόταση είναι για ένα μικρότερο Πολιτικό Συμβούλιο, ανάμεσα σε 10 και 14 μέλη. Ζυγός ο αριθμός γιατί συμμετέχει και ο Γραμματέας της Νεολαίας, που τον καθιστά μονό. Άρα λοιπόν αυτό σαφώς είναι στην πρόταση, εξάλλου το είπε ο ίδιος ο Πρόεδρος.
Επίσης δεν ανέφερα, γιατί θεωρώ ότι όλοι το έχουμε δεχτεί, ότι ανάμεσα σε δύο Συνέδρια πρέπει σε τακτά χρονικά διαστήματα να υπάρχει μια Εθνική Συνδιάσκεψη που να συγκεντρώνει όλο το αιρετό κομμάτι του ΠΑΣΟΚ, αυτά τα 1.000 μέλη του ΠΑΣΟΚ που είναι αιρετοί σε όλη τη βαθμίδα, την κομματική, της Αυτοδιοίκησης, τη συνδικαλιστική, προκειμένου εκεί να υπάρχει μία συζήτηση προγραμματική και στρατηγική. Κάποιοι το είπαν «διαρκές συνέδριο», εμείς δίνουμε έναν τίτλο «Εθνική Συνδιάσκεψη».
Το ζήτημα είναι ότι αυτό το όργανο ως συγκρότηση σας θυμίζω ότι δοκιμάστηκε τη χρονιά που μας πέρασε σε δύο κρίσιμες στιγμές για το Κίνημα. Δοκιμάστηκε στο προγραμματικό Συνέδριο και στην Εθνική Συνδιάσκεψη τον περασμένο Οκτώβρη κατά τη διάρκεια της εκλογής Προέδρου. Άρα λοιπόν είναι κάτι που το Κίνημα καλό είναι να θεσμοθετήσει να υπάρχει, και σε τακτικά χρονικά διαστήματα και όταν έχει ανάγκη, να υπάρχει αυτό το Σώμα το θεσμικό των αιρετών του Κινήματος, οι οποίοι να μπορούν να συνευρίσκονται.
Πολλοί σύντροφοι μίλησαν και για την εμπειρία της εκλογής Προέδρου, λέγοντας ότι πρέπει μέσα από τις εμπειρίες που είχαμε εκείνη την περίοδο, που αν θέλετε ήταν και πολλές εμπειρίες υπερβολών, θέματα που πολλοί ένιωσαν ότι μας εξέθεσαν όπως συνέβησαν, έπρεπε αν τυποποιήσουμε κάποιες διαδικασίες και κάποιους κώδικες για το πώς θα γίνονται οι εκλογές Προέδρων.
Η πρόταση είναι, για να μην μπούμε σε τέτοιες λεπτομέρειες μέσα στο καταστατικό, αργότερα να υπάρξει ένας κανονισμός, αποκρυσταλλώνοντας αυτή την εμπειρία που όλοι είχαμε από την εκλογή Προέδρου.
Και μέσα στο καταστατικό απλώς η μόνη πρόταση που θα συμπεριληφθεί είναι ότι εφόσον προκηρύσσεται εκλογή Προέδρου του Κινήματος, αυτή να ολοκληρώνεται εντός 30 ημερών. Αυτό είναι κάτι νομίζω που όλοι οι σύντροφοι λίγο-πολύ το είχαν υπογραμμίσει.
Κλείνω με τις ειδικές παρατηρήσεις. Όσον αφορά την ανάδειξη των υποψηφίων, ξέρετε σύντροφοι και συντρόφισσες μέτρησε πάρα πολύ η κοινή μας εμπειρία από τις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές. Την είχαμε λάβει τότε γραπτώς απ’ όλους, από τις Νομαρχιακές και τις Περιφερειακές, την έχουμε συζητήσει επανειλημμένα.
Υπήρχε η ανάγκη, όπως είπαμε, σε περιφερειακό επίπεδο να μην υπάρχει η αίσθηση ότι υπάρχουν πολλά κέντρα αποφάσεων για δύο πράγματα. Η απόφαση, με την αρχή της επικουρικότητας, να πηγαίνει όσο γίνεται πιο κάτω σε σχέση με τις αποφάσεις που λαμβάνουμε, προκριματικές για Δήμαρχο, για Βουλευτή, για Νομάρχη, αλλά ταυτόχρονα να υπάρχει και μια μεγαλύτερη σύνδεση σε επίπεδο κορυφής.
Και υπό αυτή την έννοια η πρόταση που έρχεται –και έχει συζητηθεί και στη Γραμματεία και στο Πολιτικό Συντονιστικό- είναι πλέον η Επιτροπή ανάδειξης υποψηφίων να μην είναι ένα όργανο αιρετό, αυτοδύναμο απέναντι στο Πολιτικό Συμβούλιο, αλλά να είναι μία επιτροπή που το Πολιτικό Συμβούλιο ορίζει σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, σε απόλυτη συνεργασία και πολιτική εποπτεία, και το οποίο φυσικά αναφέρεται και εισηγείται στο Εθνικό Συμβούλιο.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, πιστεύω πραγματικά ότι αυτή τη στιγμή η βασική μας επιδίωξη, και με τις πολιτικές μας θέσεις και με το καταστατικό μας, είναι να μπορέσουμε να προχωρήσουμε μπροστά με αξιοπιστία και μια νέα ορμή.
Πιστεύω ότι ο στόχος όλων μας είναι να κατοχυρώσουμε μέσα από αυτό το Συνέδριο, και κυρίως την επόμενη μέρα του Συνεδρίου, ένα ΠΑΣΟΚ που συλλογάται ελεύθερα, αποφασίζει συλλογικά και δημοκρατικά, δρα συντεταγμένα αποτελεσματικά, μαζί με το λαό, μαζί με τους πολίτες, μαζί με τη νέα γενιά.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, για να πω κι εγώ ένα τελικό σχόλιο για τις εμπειρίες που εισπράττω όλους αυτούς τους μήνες από τις εσωκομματικές μας διαδικασίες, αλλά πάνω απ’ όλα από τον κόσμο της παράταξης που αγωνιά και προσμένει και προσδοκά και περιμένει από μας, το καλύτερο καταστατικό του κόσμου δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα πολιτικά ζητήματα.
Αυτό που πάνω απ’ όλα έχουμε ανάγκη, και πάνω απ’ όλα οφείλουμε εμείς εδώ να εκπέμψουμε και συνολικά να στείλουμε το μήνυμα στο Συνέδριό μας, είναι αποφασιστικότητα, δέσμευση, βούληση, να σηκώσουμε ψηλά το κεφάλι ξανά, να κάνουμε ένεση πολιτικής αισιοδοξίας.
Να πάψουμε στις διαδικασίες μας -αυτό που ζούμε- να είμαστε οι σχολιαστές των αναλυτών της συγκυρίας, αντί να είμαστε εμείς οι ανατροπείς και οι διαμορφωτές της συγκυρίας. Να πάψουμε εμείς να είμαστε οι σχολιαστές των σχολιαστών, αλλά να προβάλουμε με πείσμα και πραγματικά με αυτοπεποίθηση τις δικές μας απόψεις γιατί εμείς δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα και από κανέναν.
Ένα μέτωπο έχουμε, τη συντήρηση, τη δεξιά και τον νεοφιλελευθερισμό. Τη δεξιά πολιτική, και την άλλη βδομάδα στο ασφαλιστικό εκεί θα δώσουμε τη μάχη, όπως και σε κάθε κοινωνικό πρόβλημα, και εκεί θα την κερδίσουμε.
Να ’στε καλά και καλό Συνέδριο να έχουμε.




