Ομιλία στη Βουλή, κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών: «Τροποποίηση του ν. 3231/2004 - εκλογή βουλευτών».
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η συζήτηση για τον εκλογικό νόμο -που βέβαια δεν πρόκειται για ολοκληρωμένη πρόταση εκλογικού νόμου, αλλά περισσότερο για μεμονωμένες, αποσπασματικές, καιροσκοπικές, ρυθμίσεις διευθετήσεων στον εκλογικό νόμο- γίνεται μέσα σε ένα κλίμα ιδιαίτερα νοσηρό, ιδιαίτερα βεβαρυμμένο, ένα κλίμα με το οποίο πραγματικά ο ελληνικός λαός νοιώθει να ασφυκτιά, ένα κλίμα που τις τελευταίες εβδομάδες συνεχώς αναδεικνύεται βαθιά η πολιτική, ηθική και κοινωνική κρίση, μια κρίση για την οποία έχει μεγάλες πολιτικές ευθύνες η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, μια κρίση που οι ευθύνες της αντανακλώνται στο πρόσωπο του ίδιου του Πρωθυπουργού.
Οι ευθύνες αυτές είναι σε τρία επίπεδα. Είναι πρώτα απ’ όλα, όσον αφορά το συγκεκριμένο θέμα, αυτό το μεγάλο σκάνδαλο που ταλανίζει κυριολεκτικά την ελληνική κοινωνία τις τελευταίες εβδομάδες, όπου βλέπουμε μία Κυβέρνηση σε ομηρία και σε πανικό, να επιχειρεί συστηματικά να συγκαλύψει, να παρακωλύσει το έργο της δικαιοσύνης και να αποπροσανατολίσει τη συζήτηση.
Βλέπουμε, επίσης, ένα δεύτερο επίπεδο ευθυνών, γιατί βέβαια αυτή η υπόθεση δεν είναι μια μεμονωμένη υπόθεση, ένα κρούσμα, αλλά ακολουθεί μια σωρεία τέτοιων υποθέσεων τα τελευταία χρόνια, που όλες είχαν το ίδιο χαρακτηριστικό. Ευθύνη της Κυβέρνησης, ευθύνη ενός στενού κύκλου διακυβέρνησης γύρω από τον Πρωθυπουργό. Βέβαια είχαν ως αποτέλεσμα τη συνεχή προσπάθεια της συγκάλυψης, είτε αυτό αφορούσε το μεγάλο σκάνδαλο των υποκλοπών, είτε τους κουμπάρους, είτε βέβαια πρόσφατα, τη μεγάλη λεηλασία των ταμείων με τα αμαρτωλά ομόλογα.
Η τρίτη, όμως, πολιτική ευθύνη, κύριε Υφυπουργέ της Κυβέρνησης, είναι ότι σ’ αυτήν την κατάσταση που έχει οδηγηθεί το πολιτικό σύστημα με δική σας ευθύνη –και θα συμφωνήσω με τον Πρόεδρο κ. Κακλαμάνη- έρχεστε και εμμένετε σ’ αυτό το σχέδιο νόμου, σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα σ’ αυτήν τη χώρα, σαν η Βουλή, σαν η Κυβέρνηση να είναι εκτός πραγματικότητας, σαν να είμαστε σε μια άλλη χώρα.
Και αντί να καθίσετε έστω και αυτήν την ύστατη στιγμή, όπως σας κάλεσε χθες με περισσή ευθύνη ο Πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Γιώργος Παπανδρέου, και να πείτε ότι χρειάζεται πραγματικά μέσα από έναν εθνικό διάλογο να δούμε πώς μπορούμε να οχυρώσουμε τη δημοκρατία, πώς μπορούμε να ενισχύσουμε τη Βουλή, πώς μπορούμε να έρθουμε και πραγματικά να αναβαθμίσουμε την έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας και την πολιτική αυτονομία, εσείς απλά εμμένετε σε αυτές τις τρεις διευθετήσεις που προτείνετε με το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου.
Και βέβαια, επειδή ο Υπουργός Εσωτερικών χθες έθεσε ως επιχείρημα την ανάγκη ισχυρών κυβερνήσεων, παραβιάζοντας, βέβαια μια σειρά από συνταγματικές αρχές που με μεγάλη πληρότητα ο εισηγητής μας, ο συνάδελφος Γιώργος Παπαδημητρίου, ανέδειξε χθες, εγώ θα ήθελα να ενώσω το ερώτημά μου με ερωτήματα που έχουν θέσει όλοι οι συνάδελφοι από την πλευρά της Αντιπολίτευσης και να πω το εξής:
Τελικά τι έφταιγε στην Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τα προηγούμενα τριάμισι χρόνια; Δεν ήταν μια ισχυρότατη κοινοβουλευτικά κυβέρνηση; Την παρεμπόδισε, όμως, αυτό στο να δούμε όλα αυτά τα φαινόμενα της διαφθοράς και της υποβάθμισης του Κοινοβουλίου και του πολιτικού συστήματος; Όχι, βέβαια! Γιατί η ισχύς των κυβερνήσεων δεν έχει να κάνει στενά με την κοινοβουλευτική δύναμη. Πάνω απ’ όλα έχει να κάνει με την καθαρότητα της στρατηγικής, την ευθύνη απέναντι στο λαό και το πολιτικό πρόγραμμα.
Και όσον αφορά τα συγκεκριμένα άρθρα του σχεδίου νόμου για τα οποία συζητάμε σήμερα, πρώτα απ’ όλα είναι φανερό και αναδείχθηκε –πιστεύω- επαρκώς ότι με την προσθήκη των δέκα εδρών στο πρώτο Κόμμα έχουμε μια κατάφωρη παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.
Όσον αφορά τη δεύτερη διάταξη, που στην ουσία έρχεται να εμποδίσει την ανόθευτη έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας μέσα από τη δυνατότητα συνασπισμών των κομμάτων, πιστεύω ότι και εδώ είναι σαφές πως έχουμε παραβίαση του Συντάγματος, καθώς έχουμε παραβίαση της αρχής της ισότητας. Αναδείχθηκε επαρκώς –πιστεύω- στη συζήτηση και χθες και σήμερα.
Φυσικά, έχουμε συγκεκριμένα εμπόδια όσον αφορά στην έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, τα οποία δεν είναι ότι απλώς έρχονται να υποβαθμίσουν περισσότερο τη σημασία του Κοινοβουλίου σε μια περίοδο που η χώρα μας έχει ανάγκη να ενισχυθούν οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί, αλλά έρχεται πραγματικά στην πράξη να πλήξει και να μειώσει την έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας. Και εδώ ακριβώς είναι η τραγική ειρωνεία της πρότασης που φέρνετε, σε μια στιγμή που η αγωνία και η αναζήτησή μας θα έπρεπε να είναι πως να ενισχύσουμε τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς και ειδικά το Κοινοβούλιο και πώς θα μπορέσουμε να δώσουμε νέα διέξοδο και έκφραση στη λαϊκή κυριαρχία.
Θα ήθελα να σταθώ λίγο περισσότερο –γιατί δεν έγινε αντικείμενο ιδιαίτερης συζήτησης- στην άλλη διάταξη που προτείνετε για τις γυναίκες. Η αντίληψη του να υπάρχει ένα ποσοστό όσον αφορά στην υποψηφιότητα των γυναικών είναι, κατ’ αρχήν, θετική. Ξέρετε πως είναι κάτι που το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και όλοι υποστηρίξαμε. Έγινε μέρος της συνταγματικής αναθεώρησης και του Συντάγματος να υπάρχει δυνατότητα θετικών δράσεων. Είναι, επίσης, κάτι που η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για πρώτη φορά, με Υπουργό τότε τη Βάσω Παπανδρέου, το εισήγαγε στις δημοτικές εκλογές.
Άρα, η αρχή είναι σωστή. Όμως, η εφαρμογή είναι ιδιαίτερα λάθος. Και είναι ιδιαίτερα λάθος, κύριε Υπουργέ, για δύο λόγους:
Ο πρώτος λόγος είναι ότι πρέπει και σε αυτό το θέμα να υπάρχει η αρχή της ισότητας. Εγώ δεν μπορώ να κατανοήσω, γιατί αντιμετωπίζουμε διαφορετικά την ανάγκη της ισότιμης εκπροσώπησης των γυναικών – πιστεύω ότι έχετε ευαισθησία και ότι δεν ειρωνεύεστε αυτό το σοβαρό θέμα- γιατί να υπάρχει μια διαφορετική μεταχείριση όσον αφορά τις γυναίκες στην περιφέρεια από τα αστικά κέντρα –ίσα-ίσα που θα έπρεπε στην περιφέρεια να υπάρχει η δυνατότητα συμμετοχής των γυναικών. Πολύ περισσότερο τίθενται βάσιμες αμφιβολίες πώς θα είναι αποτελεσματικός ο έλεγχος όσον αφορά αυτό το θέμα. Εδώ θα θέλαμε να ακούσουμε πώς θα είναι εφικτός αυτός ο έλεγχος, όταν ξέρουμε ότι υπάρχει ο φόβος να ατονήσει, τελικά, και η εφαρμογή του μέτρου.
Χθες ο Πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με αίσθημα ευθύνης παρουσίασε μια συνολική διαφορετική προσέγγιση όσον αφορά την ενίσχυση των θεσμών και της δημοκρατίας.
Η πρότασή μας για ένα διαφορετικό εκλογικό σύστημα, δεν είναι αποκομμένη, είναι μέρος ενός μεγάλου πακέτου, καλούμε πραγματικά σε ένα μεγάλο διάλογο με το λαό, με τους πολίτες, με τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις. Ένα πακέτο που αφορά το εκλογικό σύστημα, αφορά την αυτονομία της πολιτικής, αφορά του να υπάρχει πραγματικά αναβάθμιση του ελέγχου των εξουσιών, όλων των εξουσιών, είτε επικοινωνιακών, είτε οικονομικών, μέσα από ένα νέο πλαίσιο κανόνων και δεοντολογίας και πάνω απ’ όλα αφορά την ενίσχυση της αντιπροσωπευτικότητας. Γιατί με την πρόταση που καταθέτουμε με αίσθημα ευθύνης, επιδιώκουμε την ενίσχυση του Βουλευτή και την αυτονομία του, επιδιώκουμε την ενίσχυση της αντιπροσωπευτικότητας, την πολιτική αυτονομία των κομμάτων.
Αυτός, λοιπόν, είναι ο άλλος δρόμος και αυτό το δρόμο εμείς θα συνεχίσουμε να υπηρετούμε και να καλούμε τους πολίτες να έρθουν να στηρίξουν. Σας ευχαριστώ.»




