Απάντηση σε Ερώτηση, του Βουλευτή του ΛΑ.Ο.Σ. κ. Σπυρίδωνος-Άδωνι Γεωργιάδη, σχετικά με το εμβόλιο της Νέας Γρίπης και την παραπομπή φαρμακευτικών εταιρειών στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης από τη Γαλλική Κυβέρνηση.
«Στην ερώτηση του αγαπητού συναδέλφου θα ήθελα να πω ότι τίθενται τρία θέματα: Η αναγκαιότητα του εμβολιασμού, η ασφάλεια του εμβολιασμού και το εύρος της παραγγελίας στην οποία κατέφυγε η χώρα μας.
Να ξεκινήσω με την αναγκαιότητα του εμβολιασμού: Δεν θα μπορούσε η Ελλάδα –και εδώ δεν χωράει μικροκομματική γιατί θα ήταν εύκολο για μας, όπως ξέρετε εμείς αναλάβαμε την Κυβέρνηση όταν είχαν γίνει πλέον όλες οι παραγγελίες είχε μπει όλος ο σχεδιασμός σε εξέλιξη –να μείνει εκτός ενός προγραμματισμού εμβολιασμού όπου ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας καθόρισε και η Ευρωπαϊκή Ένωση με τα αντίστοιχα όργανά της. Άρα, σωστά η χώρα μας είχε πρόγραμμα εμβολιασμού. Και ιδιαίτερα για τις ευπαθείς ομάδες σωστά το επιδιώξαμε το πετύχαμε, παρά την κινδυνολογία ου είχε αναπτυχθεί όπως θυμόσαστε εκείνη την εποχή εκ των ενόντων αναγκαστήκαμε να φτιάξουμε το σχέδιο του εμβολιασμού στρέφοντας στο Εθνικό Σύστημα Υγείας να το υποστηρίξει και έφτασαν να εμβολιαστούν τριακόσιες εξήντα χιλιάδες συμπολίτες μας.
Να σας υπενθυμίσω βέβαια ότι είχαμε ένα πολύ μεγάλο αριθμό θανάτων οι οποίοι ενδεχομένως –επειδή οι περισσότεροι είχαν επιβάρυνση υγείας- αν είχαν εμβολιαστεί, θα είχαν καταφέρει να δώσουν τη μάχη της ζωής.
Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα για την ασφάλεια του εμβολίου θα σας πω ότι είναι αλήθεια ότι επειδή υπήρξε ένας γρήγορος σχεδιασμός από την Παγκόσμια Κοινότητα και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας στην αρχή υπήρχε η αγωνία, αν αυτό το εμβόλιο έχει ελεγχθεί με βάση τον τρόπο που συνήθως τα εμβόλια αναπτύσσονται.
Εκ του αποτελέσματος μπορούμε να πούμε επειδή πλέον έχουν εμβολιαστεί εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο ότι δεν υπήρχαν παρενέργειες στο εμβόλιο αυτό και σίγουρα δεν υπήρξαν παρενέργειες πέραν των παρενεργειών που κάθε φάρμακο ή κάθε εμβόλιο μπορεί να έχει.
Μάλιστα, πρέπει να πούμε ότι στη χώρα μας δεν είχαμε καμία θανατηφόρα παρενέργεια του εμβολίου. Υπήρξαν απλώς κάποιες αλλεργικές παρενέργειες και γι’ αυτόν το λόγο σύμφωνα με τις οδηγίες που είχαν δοθεί στο Εθνικό Σύστημα Υγείας κρατούσαμε αυτούς που εμβολιάστηκαν για δύο ώρες περίπου στο εμβολιαστικό κέντρο και τους προειδοποιούσαμε, κυρίως αν κάποιος είχε αλλεργία στα αβγά. Αυτό ήταν το βασικό πρόβλημα πιθανής αλλεργικής αντίδρασης, που δεν είχαμε όμως καμία θανατηφόρα παρενέργεια. Άρα, τουλάχιστον μέχρι στιγμής δεν έχει διαπιστωθεί κάτι τέτοιο.
Πάμε όμως στο τρίτο σκέλος, στο εύρος της παραγγελίας. Εκεί πιστεύω ότι υπήρξε μια πολύ μεγάλη υπερβολή. Δηλαδή σε μία χώρα που έχει πάνω από δέκα εκατομμύρια πληθυσμό, αν βάλουμε και τους ξένους, τους μετανάστες -όπως ξέρετε, ο εμβολιασμός σε θέματα δημόσιας υγείας δεν έχει τέτοια σύνορα και όρια- ήταν υπερβολή η παραγγελία δεκαέξι εκατομμυρίων εμβολίων. Και μάλιστα να επισημάνω εδώ, αγαπητέ συνάδελφε, ότι τα οκτώ εκατομμύρια παραγγέλθηκαν δεκαπέντε μέρες πριν τις εκλογές. Τα έχουμε πει αυτά στη Βουλή, τα έχουμε συζητήσει. Πήραμε την ευθύνη εμείς στις 16 Δεκεμβρίου να πούμε ότι η χώρα μας σταματάει να παραλαμβάνει εμβόλια, όταν πλέον είχαμε ένα επαρκές απόθεμα εμβολίων, γιατί τότε ακόμα ο χειμώνας ήταν μπροστά μας στις 16 Δεκεμβρίου -ήταν ευτυχώς ένας ήπιος χειμώνας- δεν μπορούσαμε να το προβλέψουμε αυτό.
Και ξέρετε ότι η γρίπη πολλαπλασιάζει τα συμπτώματα και το εύρος της διασποράς της, όταν υπάρχει κρύο. Ταυτόχρονα, λοιπόν, είχαμε κινήσει όλες τις νομικές διαδικασίες για την ακύρωση, δηλαδή εμείς έχουμε καταγγείλει τις συμβάσεις. Και θέλω να πω στη Βουλή ότι η ακύρωση πάνω των δώδεκα εκατομμυρίων εμβολίων σημαίνει ένα κέρδος για το Ελληνικό Δημόσιο περίπου εξήντα πέντε εκατομμύρια ευρώ. Αυτό είναι πάρα πολύ κρίσιμο να σας το αναφέρω, για να έχετε μία αίσθηση τι σημαίνει αυτό για το Εθνικό Σύστημα Υγείας, τώρα που παλεύουμε ευρώ το ευρώ να διασφαλίσουμε τα νοσοκομεία μας να είναι ανοιχτά, ότι το δεύτερο εξάμηνο του 2009 οι υπερωρίες του νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού ήταν εννιά εκατομμύρια ευρώ, για να έχετε μία τάξη μεγέθους, κύριε συνάδελφε.»
Δευτερολογία
«Πιστεύω ότι υπερβολή υπήρξε σε πάρα πολλά πράγματα. Υπερβολή ενδεχομένως στο φόβο που δημιουργήθηκε για τη γρίπη στην αρχή. Αλλά εδώ πρέπει να είμαστε δίκαιοι και να πούμε ότι, όταν εξελίσσεται ένα φαινόμενο, όπως είναι μια πανδημία, κανείς δεν είναι μάντης και προφήτης να ξέρει πώς θα εξελιχθεί. Δεν μπορούσαμε να ξέρουμε πόσο σοβαρή θα είναι, δεν μπορούσαμε να ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί ο χειμώνας. Δηλαδή, όταν έφτασε στο peak το φθινοπωρινό κύμα, θέλω να σας θυμίσω ότι έκλειναν το ένα μετά το άλλο τα σχολεία της Βορείου Ελλάδος. Είχαμε φτάσει κάποια στιγμή -επειδή εμείς παρακολουθούσαμε αυτά τα στοιχεία, είναι εδώ και ο Υφυπουργός Παιδείας και είχαμε συνεχή συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας- το ένα τρίτο των τμημάτων να έχει κλείσει λόγω της γρίπης.
Δημιουργήθηκε, λοιπόν, αυτό το τείχος της ανοσίας και μέσα από αυτούς που νόσησαν.
Αν με ρωτήσετε τώρα, θα σας πω ότι σωστά έγινε ο εμβολιασμός, γιατί ένα υπεύθυνο κράτος, μια υπεύθυνη πολιτεία πρέπει να ετοιμάζεται για το χειρότερο σενάριο. Δυστυχώς στη δημόσια υγεία δεν έχουμε αυτό το περιθώριο. Όταν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δίνει οδηγίες, όταν έρχεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και δίνει οδηγίες και όταν κράτη, με κοινωνικό κράτος όπως είναι η Σουηδία, με τη σοβαρότητα που έχουν όσον αφορά τα θέματα υγείας, που έχουν τον ίδιο πληθυσμό με εμάς και εκεί εμβολιάστηκαν έξι εκατομμύρια, καταλαβαίνετε ότι, αν εμείς δεν είχαμε κάνει το πρόγραμμα εμβολιασμού, θα μας εγκαλούσατε εδώ σήμερα, πώς πήραμε αυτήν την ευθύνη, ιδιαίτερα εκείνη τη στιγμή. Άρα, σωστά έγινε ο εμβολιασμός. Από εκεί και πέρα, ενδεχομένως υπήρχε μια υπερβολή στο πώς αναδείχθηκαν οι κίνδυνοι. Αυτό να το δεχθώ.
Η διερεύνηση τώρα για το σε ποιο βαθμό ήταν αυτή η πανδημία επικίνδυνη και για το συνολικό χειρισμό, καταλαβαίνετε ότι είναι κάτι που δεν μπορεί να το κάνει μεμονωμένα η χώρα μας. Το κάνουμε εντός των διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών. Ούτως ή άλλως εκπροσωπούμαστε εκεί. Σίγουρα θα είναι κάτι που θα το αποτιμήσουμε και πολιτικά. Ξέρω ότι και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάνει μία αντίστοιχη συζήτηση και σίγουρα και σε επίπεδο Υπουργών Υγείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ένα θέμα που θα κάνουμε έναν απολογισμό και μία αποτύπωση.
Τώρα, για το θέμα της παραγγελίας, εκεί έχετε απόλυτα δίκιο. Πρώτη το έθεσα, χωρίς καμία διάθεση μικροκομματικής, γιατί η δημόσια υγεία δεν χωράει μικροκομματική, ότι υπήρχε μία τεράστια σπατάλη για το δημόσιο προϋπολογισμό σε μία περίοδο κρίσης και γι’ αυτό πήραμε και αυτήν τη ριζική απόφαση. Αλλά από την άλλη, όλοι οι επιφανείς επιστήμονες -και ξέρετε ότι είχαμε φέρει εδώ και την κ. Γιαμαρέλου και τον κ. Σαρόγλου- αυτοί που έχουν και τον πρώτο λόγο σε αυτά τα θέματα είχαν την ίδια άποψη. Γιατί ξέρετε ότι εγώ δεν είμαι η ίδια γιατρός, πολιτικά μπορώ να προσεγγίζω τα θέματα και σε κάθε περίπτωση στα θέματα υγείας καλό είναι να ακούμε πάνω απ’ όλα τους ειδικούς και αυτούς μάλιστα που έχουν την ευθύνη να εκφέρουν γνώμη. Γιατί είδαμε και το φαινόμενο να βγαίνουν διάφοροι γιατροί στα κανάλια. Άλλο το δικαίωμα της επιστημονικής άποψης σε ένα συνέδριο και άλλο όταν βλέπουμε να μαλλιοτραβιούνται γιατροί στα κανάλια, που δημιουργεί αίσθημα πανικού στον κόσμο.
Να κλείσω με μία παρατήρηση, γιατί είναι ένα θέμα που μας έχει απασχολήσει. Λέμε ότι γύρω από το φάρμακο και τα εμβόλια κινούνται οι μεγάλες πολυεθνικές.
Έτσι είναι. Γιατί ξέρουμε πολύ καλά ότι δυστυχώς στην τεχνολογία αυτή είναι πάρα πολύ δύσκολο μικρότερες εταιρείες να επενδύσουν, ειδικά για τέτοιου είδους έρευνα και να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν. Επειδή ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει υποστεί μεγάλη κριτική -εγώ θα πω ενδεχομένως σε πολύ μεγάλο βαθμό και δικαιολογημένα- είναι όμως και ένα ανάχωμα. Φανταστείτε πώς θα ήταν σήμερα η ανθρωπότητα. Είναι λίγο σαν το ΟΗΕ, δηλαδή είμαστε έτοιμοι να κάνουμε κριτική στις αδυναμίες και στις ολιγωρίες, αλλά φανταστείτε τι ζούγκλα θα ήταν η διεθνής κοινότητα ή η διεθνής δημόσια υγεία χωρίς τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Άρα, ας κρατήσουμε το θετικό ότι να βγάλουμε όλοι τα συμπεράσματά μας. Και η παγκόσμια ιατρική κοινότητα και εμείς ως χώρα και η Ευρωπαϊκή Ένωση να δούμε τα θετικά, τα αρνητικά και να το έχουμε υπ’ όψιν μας για την επόμενη κρίση που θα αντιμετωπίσουμε.
Και ένα καλό είναι ότι τουλάχιστον ανοίξαμε ογδόντα τρία κρεβάτια Μονάδων Εντατικής Θεραπείας, κάτω απ’ αυτήν την πίεση, τα οποία έμεινα και λειτουργούν στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Σας ευχαριστώ πολύ.»




